Αναπαραστάσεις της μνήμης της δεκαετίας του 1940 στον αθηναϊκό δημόσιο χώρο: Η περίπτωση των μνημείων του Περιστερίου
Κωνσταντίνος Αργιανάς
Το παρόν άρθρο[1] διερευνά τους τρόπους πρόσληψης και αναπαράστασης της μνήμης της δεκαετίας του 1940 στον αθηναϊκό δημόσιο χώρο. Διατρέχοντας μια περίοδο που εκκινεί από τη λήξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και φτάνει μέχρι σήμερα, το άρθρο εστιάζει στα μνημεία που ανιδρύονται στο Περιστέρι, μια από τις παλαιότερες συνοικίες της πρωτεύουσας, οι κάτοικοι της οποίας ανέπτυξαν έντονη αντιστασιακή δράση στα χρόνια της Κατοχής.[2]
Μερικά από τα ερωτήματα που επιχειρείται να απαντηθούν είναι τα εξής: Ποια είναι η σημασία της χωροθεσίας των υπό εξέταση μνημείων και πώς αυτή υπαγορεύεται από συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα της δεκαετίας του 1940, όπως ο ελληνοϊταλικός πόλεμος το 1940-1941, η Κατοχή και η Αντίσταση; Επιπλέον, ποια είναι τα θεματικά, εικονογραφικά και τεχνοτροπικά πρότυπα γι’ αυτά τα μνημεία και σε ποιο βαθμό απηχούν διαφορετικές πολιτικές ιδεολογίες; Ειδικότερα, με ποιους τρόπους νοηματοδοτείται η μνήμη της αντιστασιακής εμπειρίας κατά την περίοδο της Μεταπολίτευσης και, πιο συγκεκριμένα, στα χρόνια της πολιτικής και ιδεολογικής ηγεμονίας του ΠΑΣΟΚ; Διαπιστώνονται, άραγε, αντιδράσεις στον δημόσιο λόγο, που πυροδοτούνται από την ανίδρυση και τον βανδαλισμό αυτών των μνημείων; Τέλος, ποια είναι η σημασία των αναφορών στον δωσιλογισμό στα χρόνια της οικονομικής και πολιτικής κρίσης; Βασική θέση της παρούσας εργασίας είναι πως, στο παράδειγμα των υπό συζήτηση μνημείων στην πόλη του Περιστερίου, μπορούν να ανιχνευθούν οι μεταμορφώσεις της «υλικοποίησης της μνήμης» [3] της δεκαετίας του 1940 στον δημόσιο χώρο.
Η έκβαση του ελληνικού εμφυλίου πολέμου καθόρισε τις επίσημες πολιτικές της μνήμης για τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, την Κατοχή και την Αντίσταση κατά τη μετεμφυλιακή περίοδο.[4] Πιο συγκεκριμένα, η αντίσταση του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου (ΕΑΜ) την περίοδο της Κατοχής εξοβελίστηκε από την επίσημη ιστορία, καθώς οι Έλληνες κομμουνιστές προσλήφθηκαν από το κυρίαρχο κρατικό ιδεολόγημα της εθνικοφροσύνης ως ανθέλληνες και «εχθροί του έθνους».[5] Με άλλα λόγια, αντιμετωπίστηκαν ως προδότες, καθώς, διαμέσου της κατοχικής δράσης τους, θεωρήθηκε πως επεδίωκαν όχι την απελευθέρωση, αλλά την μπολσεβικοποίηση της Ελλάδος.[6]
Τι είδους μνημεία για τη δεκαετία του 1940 ανεγέρθηκαν στον ελληνικό δημόσιο χώρο σε αυτό το εξόχως αντικομμουνιστικό πολιτικό και ιδεολογικό περιβάλλον; Αμέσως μετά τη λήξη του πολέμου, το μετεμφυλιακό κράτος έστησε δεκάδες μνημεία πεσόντων, μνημονεύοντας αποκλειστικά τον ελληνικό στρατό και το ελληνικό έθνος, δια μέσου αλληγορικών αναπαραστάσεων της Ελλάδας, της Νίκης ή της Ελευθερίας, αναπαράγοντας το μεταφυσικό αφήγημα της υπερχιλιετούς συνέχειας του ελληνισμού.[7] Χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων μνημείων αποτελούν το Ηρώο Πεσόντων στην Ελλάδα Βρετανών, Αυστραλών και Νεοζηλανδών στις μάχες 1941-1945,[8] που ανιδρύθηκε στο Πεδίον του Άρεως στην Αθήνα, το 1952, και τα μνημεία που ανεγέρθηκαν την πρώτη μετεμφυλιακή περίοδο στο Αιγάλεω, τη Νέα Ιωνία, τον Βύρωνα και την Καλλιθέα.[9] Όλα τα παραπάνω μνημεία απηχούν τόσο το ιδεολόγημα της εθνικοφροσύνης όσο και εκείνο της ελληνικότητας στο πεδίο των εικαστικών τεχνών, καθώς χαρακτηρίζονται από το «σωστό ανθρώπινο μέτρο», την «ενότητα των στοιχείων» και την «κλειστή μορφή» και την «πλαστικότητα.[10]
Ένα μνημείο για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο στο Περιστέρι τη δεκαετία του 1960
Σε αυτό το σώμα μνημείων εγγράφεται και το Ηρώο Πεσόντων (Εικόνα 1), που ανεγέρθηκε στην πλατεία Δημαρχείου, στο Περιστέρι, το 1965. Το ορειχάλκινο άγαλμα φιλοτέχνησε ο γλύπτης Δημήτρης Φερεντίνος, ο οποίος μια δεκαετία νωρίτερα είχε δημιουργήσει το Μνημείο Πεσόντων της Νέας Ιωνίας (1954).[11] Στο μνημείο του Περιστερίου, μια ολόσωμη γυναικεία μορφή απεικονίζεται σε όρθια μετωπική στάση, ενώ έχει ελαφρά προτεταμένο το αριστερό πόδι της. Στο δεξί χέρι της, που είναι λυγισμένο μπροστά σχηματίζοντας ορθή γωνία, κρατάει κράνος στρατιώτη, ενώ στο αριστερό χέρι της, που επίσης είναι λυγισμένο, κρατάει κλαδί δάφνης. Η στάση της μορφής παραπέμπει στον εικονογραφικό τύπο της αρχαϊκής κόρης, ενώ ο κλασικίζων ιδεαλισμός των χαρακτηριστικών του προσώπου της παραπέμπει σε αγάλματα της κλασικής εποχής.

Εικ. 1: Δημήτρης Φερεντίνος, Ηρώο Πεσόντων, Περιστέρι, 1965 (Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Αργιανάς).
Όπως διαπιστώνεται από τα παραπάνω, το μνημείο του Περιστερίου, όπως ακριβώς και τα προγενέστερα μνημεία πεσόντων, μνημονεύει τον Έλληνα στρατιώτη ως το μοναδικό αντιστασιακό υποκείμενο στα χρόνια του πολέμου, αναπαράγοντας το επίσημο αφήγημα για την Εθνική Αντίσταση αυτής της περιόδου.[12]
Τέλος, η εικονιζόμενη γυναίκα, η οποία συχνά ταυτίζεται με τη μητέρα του στρατιώτη, αποτελεί την αλληγορική αναπαράσταση της Ελλάδας. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, επιβεβαίωσε ο ίδιος ο δημιουργός του γλυπτού, τιτλοφορώντας τo «Η Ελλάς φέρουσα το κράνος πεσόντος και δάφνην».[13] Συνοψίζοντας, το Ηρώο Πεσόντων του Δήμου Περιστερίου, την εποχή της ανέγερσής του, λειτούργησε νομιμοποιητικά για την κυρίαρχη ιδεολογία, αναπαράγοντας τόσο το επίσημο αφήγημα για την Αντίσταση όσο και το μεταφυσικό αφήγημα της αδιάσπαστης συνέχειας του ελληνικού έθνους.
Τα μνημεία για τη δεκαετία του 1940 στο Περιστέρι την περίοδο της Μεταπολίτευσης
Το ηγεμονικό αφήγημα για τη μνήμη της δεκαετίας του 1940, ωστόσο, άλλαξε την περίοδο μετά την πτώση της χούντας. Όπως σημειώνει ο Δημήτρης Τζιόβας, η Μεταπολίτευση αποτελεί μια από τις πιο πλουραλιστικές και αντιφατικές περιόδους στην ελληνική ιστορία.[14] Κάτι τέτοιο ανιχνεύεται στο πεδίο της ιστορίας και της δημόσιας ιστορίας για τη δεκαετία του 1940: Ενώ τις πρώτες τρεις μετεμφυλιακές δεκαετίες κυριαρχεί ένα ηγεμονικό αφήγημα στον δημόσιο λόγο, στη μεταπολιτευτική δημόσια σφαίρα μπορούμε να ανιχνεύσουμε διαφορετικές και, ενίοτε, εκ διαμέτρου αντίθετες αφηγήσεις για τη δεκαετία του 1940.[15]
Με την πτώση της χούντας και την άνοδο του Κωνσταντίνου Καραμανλή στην εξουσία, το 1974, έγινε μια πρώτη προσπάθεια να αρθούν τα πάθη του Εμφυλίου, με τη νομιμοποίηση του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος (ΚΚΕ), που είχε κηρυχθεί παράνομο το 1947. Όμως, καθώς η μετεμφυλιακή Δεξιά επιβίωνε στους κόλπους της Νέας Δημοκρατίας, κατά την πρώιμη μεταπολιτευτική περίοδο «εθνική συμφιλίωση» σήμαινε διαιώνιση της λήθης της Εαμικής Αντίστασης.[16] Αμέσως μετά τη θεσμική νομιμοποίηση του ΚΚΕ, ωστόσο, αναδύθηκε επιτακτικά το αίτημα για την αναγνώριση της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης. Ειδικότερα, τα κόμματα της Αριστεράς και το ΠΑΣΟΚ, από κοινού με συλλόγους πρώην αντιστασιακών, διεκδίκησαν την ιστορική δικαίωση και την παρουσία τους στη δημόσια σφαίρα. Σε αυτό το νέο συγκείμενο διοργανώθηκαν εορταστικές δράσεις και ομιλίες, με σκοπό τη μνημόνευση της Αντίστασης του ΕΑΜ στα χρόνια της Κατοχής, όπως, για παράδειγμα, εκείνη που, με αφορμή την επέτειο των 34 χρόνων του ΕΑΜ, έλαβε χώρα στο γήπεδο του Πανιωνίου, στη Νέα Σμύρνη, το 1975.[17]
Το αίτημα της αναγνώρισης της Εθνικής Αντίστασης επικυρώθηκε με σχέδιο νόμου, που υποστηρίχτηκε από το ΚΚΕ, το ΚΚΕ Εσωτερικού, την ΕΔΑ και το ΠΑΣΟΚ, το 1976, συζητήθηκε στη Βουλή ένα χρόνο αργότερα και, εντέλει, απορρίφθηκε από την κυβερνητική πλειοψηφία.[18] Βουλευτές και υπουργοί της Νέας Δημοκρατίας, οι οποίοι διακρίνονταν από «άτεγκτο αντικομμουνισμό» αντέδρασαν εκδηλώνοντας δημόσια τη διαφωνία τους απέναντι στο εν λόγω σχέδιο. Άλλωστε, γι’ αυτούς, όπως χαρακτηριστικά σημείωνε ο τότε υπουργός Εθνικής Αμύνης, Ευάγγελος Αβέρωφ, οι Έλληνες αριστεροί «επεδίωξαν την υποδούλωσιν και προσάρτησιν εθνικών εδαφών εις ομόρους χώρας».[19] Σε αυτό το πλαίσιο, και πάλι ο Αβέρωφ δήλωσε τον Φεβρουάριο του 1978 πως «[η κατοχική δράση του ΕΑΜ] δεν ήτο εθνική αντίστασις. Δεν το πιστεύουμε. Και γι’ αυτό δεν θα την αναγνωρίσουμε ποτέ».[20]
Κομβικός ως προς τη θεσμική αναγνώριση της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης υπήρξε ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ και του ιδρυτή του, Ανδρέα Παπανδρέου. Άλλωστε, η αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης αποτέλεσε μια από τις κεντρικές στοχεύσεις του Παπανδρέου ήδη από τη δεκαετία του 1970, ανάχθηκε σε κεντρικό σύνθημα του ΠΑΣΟΚ κατά την προεκλογική περίοδο του 1981[21] και καθόρισε τις πολιτικές της μνήμης για τη δεκαετία του ’40 την περίοδο της διακυβέρνησής του. Την ίδια περίοδο, το ΠΑΣΟΚ πέτυχε να αρθρώσει ένα αντιδεξιό αφήγημα, ταυτίζοντας τη Νέα Δημοκρατία με τον δωσιλογισμό και τη μετεμφυλιακή Δεξιά.[22] Επιπλέον, επιχειρώντας να απονευρώσει τη μονομερή οικειοποίηση της Εθνικής Αντίστασης από το ΚΚΕ, αυτοπροσδιορίστηκε θεματοφύλακας και συνεχιστής του ΕΑΜ.[23]
Σε αυτό το νέο πολιτικό και ιδεολογικό συγκείμενο, τον Αύγουστο του 1982, ψηφίστηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο ο νόμος 1285/1982: «Για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης του Ελληνικού Λαού εναντίων των στρατευμάτων κατοχής 1941-1944».[24] Με την ψήφιση του νόμου αναγνωρίστηκαν οι αριστερές αντιστασιακές οργανώσεις, με προεξάρχον το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που έδρασε εναντίον της ναζιστικής κατοχής, αλλά και των άλλων κατοχικών δυνάμεων, τη δεκαετία του 1940. Επομένως, από τη λήθη των προηγούμενων δεκαετιών διαπιστώνεται μια «υπερμνησία»[25] για την Εθνική Αντίσταση και μια «φρενίτιδα αντιστασιακότητας».[26]
Αυτή η «αλλαγή μνημονικού παραδείγματος»[27] αντικατοπτρίζεται και στις δεκάδες μετονομασίες οδών και πλατειών σε οδούς και πλατείες Εθνικής Αντιστάσεως, αντίστοιχα, που συγκρότησαν τους νέους μνημονικούς τόπους της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης.[28] Επιπλέον, πρώην εργοστάσια και άλλα κτίσματα, όπως το Στρατόπεδο Χαϊδαρίου, το Σκοπευτήριο Καισαριανής και το Εργοστάσιο Μαλτσινιώτη,[29] επίσης «μεταμορφώθηκαν» σε τόπους μνήμης της Αντίστασης. Τέλος, την ίδια δεκαετία κυκλοφόρησαν γραμματόσημα με αναπαραστάσεις ανταρτών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ,[30] καταδεικνύοντας τη σημασία των αναφορών στην Εαμική Αντίσταση από τον νέο ηγεμονικό λόγο.
Την ίδια περίοδο, προκηρύχθηκαν δεκάδες διαγωνισμοί, τόσο στην πρωτεύουσα όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα, με σκοπό την ανέγερση μνημείων για την Εθνική Αντίσταση υπό το πρίσμα του ΕΑΜ. Ο πρώτος διαγωνισμός που άνοιξε τον δρόμο για την ανέγερση τέτοιων μνημείων στην Αθήνα ήταν, πιθανότατα, αυτός που πραγματοποιήθηκε για λογαριασμό του Δήμου Αργυρούπολης το 1981.[31] Άλλα χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της περιόδου είναι τα Μνημεία Εθνικής Αντίστασης του Δήμου Κορυδαλλού και του Δήμου Αθηναίων, που ανεγέρθηκαν στον δημόσιο χώρο το 1985 και το 1988, αντίστοιχα.[32]
Στο ίδιο σώμα μνημείων εγγράφεται και το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης (Εικόνα 2), που φιλοτέχνησε ο γλύπτης Απόστολος Φανακίδης, και ανεγέρθηκε στην πλατεία Εθνικής Αντιστάσεως στο Περιστέρι το 1989.

Εικ. 2: Απόστολος Φανακίδης, Μνημείο Εθνικής Αντίστασης, Περιστέρι, 1989 (Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Αργιανάς).
Πρόκειται για ένα ακανόνιστου σχήματος ορειχάλκινο γλυπτό, ύψους πέντε μέτρων, στην πρόσθια όψη του οποίου απεικονίζεται σε πλάγια γωνία μια ημιαφαιρετικά αποδοσμένη ολόσωμη ανδρική μορφή. Αν και η μορφή του εικονιζόμενου αποδίδεται αντινατουραλιστικά, καθώς χαρακτηρίζεται από μια «εξπρεσιονιστική» επιμήκυνση, η φυσιγγιοθήκη, ως βασικό συστατικό στοιχείο της εαμικής αντιστασιακής εικονογραφίας, υποδηλώνει την ταυτότητά του: πρόκειται για αγωνιστή του ΕΑΜ.
Όπως και στα προαναφερθέντα μνημεία Εθνικής Αντίστασης αυτής της περιόδου, έτσι και στο μνημείο του Περιστερίου συμπυκνώνεται αυτή η αλλαγή παραδείγματος στα δημόσια μνημεία για τη δεκαετία του 1940. Ειδικότερα, από το αρχαιοπρεπές μορφοπλαστικό ιδίωμα που κυριάρχησε για δεκαετίες στα δημόσια μνημεία για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, διαπιστώνεται μια στροφή προς αφαιρετικά και μοντερνιστικά ιδιώματα. Η απαγκίστρωση αυτή από τα αρχαιοελληνικά πρότυπα υπαγορεύτηκε από έναν σημαντικό λόγο: τη ρήξη με τη δημόσια γλυπτική που συνδέθηκε με το ιδεολόγημα της εθνικοφροσύνης και στη συνέχεια με τη δικτατορία των συνταγματαρχών.[33]
Την ίδια περίοδο συγκροτήθηκαν και άλλοι μνημονικοί τόποι για τη δεκαετία του 1940 στο Περιστέρι. Συγκεκριμένα, στην περιοχή του Λόφου Αξιωματικών, όπου έλαβε χώρα το μπλόκο των Γερμανών και των Ελλήνων συνεργατών τους, στις 6 Ιουλίου 1944, η πλατεία στη διασταύρωση των οδών Θηβών και Τζων Κέννεντυ μετονομάστηκε σε Πλατεία Μπλόκου. Στην ίδια πλατεία ανεγέρθηκαν και δύο τοπικά μνημεία. Το πρώτο μνημείο (Εικόνα 3) στήθηκε, σε απροσδιόριστο χρονικό σημείο, στη δεξιά πλευρά της πλατείας. Πρόκειται για μια μικρή ανυπόγραφη μαρμάρινη στήλη με αετωματική απόληξη, που παραπέμπει στις αρχαιοελληνικές επιτύμβιες στήλες.[34]
Επίσης, στην πρόσθια όψη του μνημείου υπάρχει η εξής εγχάρακτη επιγραφή: «ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙΟΥ / ΕΔΩ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΑΥΤΟ ΕΓΙΝΕ ΤΟ ΜΠΛΟΚΟ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΕΡΜΑΝΟΥΣ ΚΑΤΑΚΤΗΤΕΣ ΣΤΙΣ 6 ΙΟΥΛΗ 1944 ΓΙΑ ΝΑ ΣΠΑΣΟΥΝ ΤΟ ΗΘΙΚΟ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΠΟΥ ΑΓΩΝΙΖΟΤΑΝΕ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΤΗΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ / ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΔΟΞΑ ΣΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ ΠΟΥ ΕΠΕΣΑΝ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΥΤΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΙΔΑΝΙΚΑ ΤΟΥ ΛΑΟΥ».[35]

Εικ. 3: Μνημείο Πεσόντων Μπλόκου, Περιστέρι (Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Αργιανάς)
Αξιοσημείωτη εδώ είναι η διπλή αναφορά στον (ελληνικό) λαό, που απηχεί το μεταπολιτευτικό πολιτικοϊδεολογικό συγκείμενο όπου, όπως εύστοχα παρατηρεί ο Δημήτρης Τζιόβας, την περίοδο της Μεταπολίτευσης η έννοια του έθνους, που κυριάρχησε στον δημόσιο λόγο τις προηγούμενες δεκαετίες, αντικαθίσταται από εκείνη του λαού.[36]
Το 2003, στην αριστερή πλευρά του λόφου, σε απόσταση σχεδόν 50 μέτρων από το προαναφερθέν μνημείο, ανιδρύθηκε ένα δεύτερο, επίσης ανυπόγραφο, μνημείο για τους Πεσόντες του Μπλόκου του Περιστερίου (Εικόνα 4). Με πρωτοβουλία της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης (ΠΕΑΕΑ) και με οικονομική ενίσχυση από τον Δήμο Περιστερίου, στήθηκε μια μαρμάρινη στήλη που τοποθετήθηκε πάνω σε ένα μεγαλύτερο και πλατύτερο υπόβαθρο. Στην πρόσθια όψη της στήλης απεικονίζεται ανάγλυφα η μορφή ενός νεαρού άνδρα, ο οποίος έχει υψωμένη την αριστερή γροθιά του, ενώ στο δεξί του χέρι κρατάει της σημαία της Ενιαίας Πανελλαδικής Οργάνωσης Νέων (ΕΠΟΝ), που αποτελούσε τμήμα του ΕΑΜ. Η μορφή αποδίδεται φυσιοκρατικά και παραπέμπει στον ηρωισμό των έργων του σοσιαλιστικού ρεαλισμού,[37] μια επιλογή που πιθανόν απηχεί τα αισθητικά κριτήρια της παραγγελιοδότριας ΠΕΑΕΑ, που πρόσκειται πολιτικά και ιδεολογικά στο ΚΚΕ.[38]
Στο υπόβαθρο του μνημείου υπάρχει ένα δεύτερο ανάγλυφο, που αναπαριστά έναν κουκουλοφόρο δωσίλογο τη στιγμή της κατάδοσης.[39] Δίπλα του στέκεται ένας Γερμανός στρατιώτης. Τους δύο όρθιους άνδρες πλαισιώνουν αρκετές καθιστές διάσπαρτες μικρότερες φιγούρες κατοίκων του Περιστερίου, οι οποίοι αποδίδονται σκυφτοί και σκυθρωποί. Για την αναπαράσταση της σκηνής του μπλόκου, ο άγνωστος δημιουργός του μνημείου άντλησε πιθανόν τα πρότυπά του από ανάλογα εμβληματικά έργα της κατοχικής περιόδου, όπως εκείνο του Αλέκου Κοντόπουλου.[40] Τέλος, το μνημείο πλαισιώνεται και από μια επιγραφή που αναφέρεται στο μνημονικό γεγονός: «ΕΠΟΝ 6 ΙΟΥΛΗ 1944 ΜΠΛΟΚΟ ΤΩΝ ΓΕΡΜΑΝΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝΕΡΓΑΤΩΝ ΤΟΥΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ».[41]

Εικ. 4: Μνημείο Πεσόντων Μπλόκου, Περιστέρι, 2003 (Φωτογραφία: Κωνσταντίνος Αργιανάς).
Στα αποκαλυπτήρια του μνημείου, που πραγματοποιήθηκαν στις 28 Σεπτεμβρίου 2003, συμμετείχαν μέλη της ΠΕΑΕΑ και του Πανελλήνιου Πολιτιστικού Συλλόγου Απογόνων και Φίλων Εθνικής Αντίστασης και ΔΣΕ Περιστερίου. Ο τότε πρόεδρος της ΠΕΑΕΑ Περιστερίου, Νίκος Γουλοσπύρος, δήλωσε πως «η Εθνική Αντίσταση [...] είχε όνομα: ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, ΕΠΟΝ, Εθνική Αλληλεγγύη, με ψυχή, καρδιά και αιμοδότη το τιμημένο ΚΚΕ».[42] Μια δήλωση που επιβεβαιώνει τη σημασία των αναφορών στην Εαμική Εθνική Αντίσταση για την ενίσχυση της ταυτότητας του Κομμουνιστικού Κόμματος κατά τον πρώιμο εικοστό πρώτο αιώνα.
Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι τα δύο μνημεία για τους πεσόντες του Μπλόκου του Περιστερίου διαφέρουν από τα κεντρικά Μνημεία Εθνικής Αντίστασης, τα οποία αναφερθήκαν παραπάνω. Σε αντιδιαστολή με τα δεύτερα, στα οποία κυριαρχούν οι αναπαραστάσεις του ορεσίβιου γενειοφόρου αντάρτη με το δίκοχο καπέλο και τη φυσιγγιοθήκη, στα πρώτα μνημονεύεται ένα συγκεκριμένο τραυματικό γεγονός της ιστορίας του Περιστερίου. Παρόλα αυτά, αμφότερα εγγράφονται στον κατάλογο των μνημείων για την Εθνική Αντίσταση. Άλλωστε, η ένταξη του Μπλόκου του Περιστερίου στο αφήγημα της Εθνικής Αντίστασης, επιβεβαιώνεται και από την αναγραφή του όρου ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ[43] στην πρόσθια όψη της αετωματικής στήλης. Επιπλέον, όπως ορθά σημειώνει ο Μενέλαος Χαραλαμπίδης, «η μαζική τρομοκρατία της πείνας και των μπλόκων συγκρότησαν μια πρωτόγνωρη συλλογική εμπειρία» και η σύνδεσή της «με την αντιστασιακή δράση αποτελεί έναν ακόμη παράγοντα διατήρησης της μνήμης».[44]
Σε απροσδιόριστο χρονικό σημείο, στον δημόσιο χώρο του Περιστερίου ανεγέρθηκαν ακόμη δύο μνημεία για την Εθνική Αντίσταση.[45] Και πάλι με πρωτοβουλία του ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ, μια μαρμάρινη πλάκα προς τιμήν της Άννας Παρλιάρου τοποθετήθηκε στο σημείο όπου συνελήφθη, εξαιτίας της αντιστασιακής δράσης της, τον Μάιο του 1944. Στην επιγραφή η Παρλιάρου χαρακτηρίζεται «ΗΡΩΙΔΑ ΕΠΟΝΙΤΙΣΣΑ», ενώ αναγράφεται πως «ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ ΣΤΟ ΠΕΡΙΣΤΕΡΙ».[46] Πληροφορίες για τους βασανιστές της μας δίνει η ίδια η Παρλιάρου σε γράμμα της προς το περιοδικό Νέα Γενιά, το όργανο του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ, τον Αύγουστο του 1945.[47] Αφού υπογράμμισε ότι οργανώθηκε στην ΕΠΟΝ Περιστερίου το 1943, αναφέρθηκε στη σύλληψή της (Μάιος 1944) και τα βασανιστήρια που υπέστη από τα Τάγματα Ασφαλείας. Παράλληλα, σχολιάζοντας την καταδίκη της ως ηθικής αυτουργού του λιντσαρίσματος του Ευθύμιου Γερόσταθου, τον Δεκέμβριο του 1944, χαρακτήρισε τον αστυνόμο του αστυνομικού τμήματος Περιστερίου, ο οποίος τη συνέλαβε και την παρέδωσε στους «τσολιάδες»,[48] «προδότη», «χαφιέ», «συνεργάτη του Καταχτητή» και «σαδιστή».[49]
Το 2020 το μνημείο βανδαλίστηκε από αγνώστους (Εικόνα 5), γεγονός που πυροδότησε έντονες αντιδράσεις στη δημόσια σφαίρα. Τοπικές οργανώσεις από τον χώρο της Αριστεράς κατηγόρησαν τη δημοτική αρχή ως υπεύθυνη για την εικονοκλαστική αυτή πράξη[50] και, λίγο αργότερα, τοποθέτησαν εκ νέου το μνημείο στην αρχική του θέση.[51]

Εικ. 5: Μνημείο Άννας Παρλιάρου, Περιστέρι. (Πηγή: https://www.ilioupoligiaolous.gr/prosvoli-sti-mnimi-tis-antistasis-apo-ton-dimo-peristerioy [ανακτήθηκε 30.5.2024])
Τα Αστυνομικά Χρονικά, η περιοδική έκδοση του Αρχηγείου Αστυνομίας Πόλεων, έδωσε τη δική της εκδοχή για τα γεγονότα. Σύμφωνα με το άρθρο με τίτλο «Ο Κόκκινος Δεκέμβρης», ο «φανατισμένος όχλος κομμουνιστών» σκότωσε τον Γερόσταθο, πολτοποιώντάς τον και σύροντας το πτώμα του επιδεικτικά:
Τον έσυραν έξω και εκεί το πλήθος ούρλιαζε «Θάνατος στο Γερόσταθο». Αιμόφυρτο και κατακουρελιασμένον και τον εχλεύαζαν χτυπώντας τον με πέτρες, με ξύλα και άλλα αντικείμενα. Κατόπιν τον έρριψαν χάμω, τον καταπατούσαν χορεύοντας στο πτώμα του και τον επολτοποίησαν κυριολεκτικά, έτσι πού υστέρα από λίγη ώρα το πτώμα του εσύρθη επιδεικτικά και ερρίφθη στο πλησίον όρυγμα της πλατείας, από όπου κατά την νύκτα μετεφέρθη σέ άγνωστη διεύθυνση.[52]
Η ίδια εκδοχή αναπαράγεται και στην αναθηματική πλάκα (Εικόνα 6) που χρονολογείται από τη μετεμφυλιακή περίοδο και βρίσκεται στο αστυνομικό τμήμα του Περιστερίου. Την πλάκα κοσμούν οι φωτογραφίες του Ευθύμιου Γερόσταθου και του Αλκιβιάδη Χερουβιμίδη, οι οποίοι, όπως μας πληροφορεί η επιγραφή που τις πλαισιώνει, έπεσαν «εν τη εκτελέσει του καθήκοντος» στις 4 και 5 Δεκεμβρίου του 1944, αντίστοιχα. Με άλλα λόγια, σε έναν, μάλλον, ημιδημόσιο χώρο, όπως το αστυνομικό τμήμα της πόλης, ένα μνημείο πεσόντων αστυνομικών αναπαράγει ένα διαφορετικό, για δεκαετίες κυρίαρχο, αφήγημα για τα Δεκεμβριανά, αλλά και τη δεκαετία του 1940 γενικότερα.

Εικόνα 6: Μνημείο πεσόντων αστυνομικών, Α.Τ. Περιστερίου (Πηγή: https://www.peristerinews.gr/i-aristeri-kinisi-gia-to-a-t-peristerio/ [ανακτήθηκε 30.5.2024])
Την ύπαρξη του μνημείου γνωστοποίησαν με αναρτήσεις τους σε κοινωνικά δίκτυα πολιτικές ομάδες της Αριστεράς, ζητώντας την αποκαθήλωσή του. Σύμφωνα με το σχετικό άρθρο στον αριστερό ιστότοπο Βαθύ Κόκκινο: «οι κατάπτυστες πλακέτες των αναθεματισμένων προδοτών παραμένουν, εβδομήντα χρόνια μετά τα φρικιαστικά εγκλήματά τους, αναρτημένες στο Α.Τ. Περιστεριού».[53] Επίσης, η Αριστερή Κίνηση Περιστερίου δήλωσε σχετικά:
Αποδεικνύεται λοιπόν περίτρανα πως για την συντήρηση ακροδεξιών νεοναζιστικών θυλάκων μέσα στην Ελληνική Αστυνομία την κύρια ευθύνη έχουν διαχρονικά οι φυσικές και οι πολιτικές της ηγεσίες. Και επί κυβερνήσεων ΠΑΣΟΚ και Ν.Δ., αλλά και επί κυβερνήσεων ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Για να μην μας κοροϊδεύουν [...][54]
Αντί επιλόγου
Στις παραπάνω δηλώσεις, η επιβίωση του μετεμφυλιακού μνημείου στο Περιστέρι συνδέθηκε με τη σύγχρονη Ακροδεξιά, αλλά και την ευθύνη των ελληνικών κυβερνήσεων διαχρονικά. Αυτές οι αντιπαραβολές της ιστορίας της δεκαετίας του 1940 με τη σύγχρονη εποχή ανιχνεύονται και σε άλλες εκφάνσεις της δημόσιας ιστορίας. Τα τελευταία χρόνια, το Παράρτημα Περιστερίου της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ[55] και η Αριστερή Κίνηση Περιστερίου[56] διοργανώνουν ιστορικούς περιπάτους για την περίοδο της Κατοχής και της Αντίστασης στον Δήμο του Περιστερίου. Μέσα από την ενσώματη εμπειρία, οι συμμετέχοντες έρχονται σε επαφή με τα μνημεία, που αναφέρθηκαν παραπάνω, αλλά και άλλους τόπους μνήμης, που συνδέονται με την ιστορία της Εαμικής Εθνικής Αντίστασης στην πόλη, όπως είναι το εργοστάσιο κλωστοϋφαντουργίας του Λαναρά και το ανθρακωρυχείο της περιοχής.
Σε όλες, σχεδόν, τις αφηγήσεις, που διαπλέκονται με τα υπό εξέταση μνημεία για τη δεκαετία του 1940, η ανάδειξη της μνήμης της Εαμικής Αντίστασης αντιπαραβάλλεται με τη μνημόνευση του δωσιλογισμού: Από τη μια πλευρά βρίσκεται η «αντίσταση», ο «αγώνας» και η «αξιοπρέπεια», και από την άλλη μεριά η «υποταγή, η «εξαγορά» και η «συναίνεση».[57] Όπως εύγλωττα αναφέρεται σε σχετικό ιστότοπο, υπάρχουν «Δύο Περιστέρια» και «Δύο Ελλάδες».[58]
Στις παραπάνω αφηγήσεις ανιχνεύεται η διαπίστωση του Ιάσονα Χανδρινού ότι «στον χώρο της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ αποτελεί μετωνυμία της κοινωνικής διαμαρτυρίας, ενώ ο δωσιλογισμός της κατοχικής περιόδου γίνεται συνώνυμο σύγχρονων πολιτικών κυβερνήσεων και της Ευρωπαϊκή Ένωσης».[59]
Τέλος, είναι αξιοσημείωτο ότι το Μνημείο Πεσόντων, που χρονολογείται από τη δεκαετία του 1960, αποτελεί σήμερα τον κεντρικό μνημονικό τόπο του Περιστερίου, όπου κάθε χρόνο επιτελούνται οι εκδηλώσεις μνήμης και οι εορτασμοί, τόσο για την 28η Οκτωβρίου όσο και για την 25η Μαρτίου. Αν και το εν λόγω μνημείο έχει απωλέσει τις πολιτικές και ιδεολογικές του συνδηλώσεις και τα νοήματα με τα οποία επενδύθηκε την εποχή της ανέγερσής του, με έναν υποδόριο τρόπο συνεχίζει να αναπαράγει το ουσιοκρατικό αφήγημα της αδιάσπαστης συνέχειας του ελληνισμού.
- Το παρόν κείμενο αποτελεί επεξεργασμένη μορφή της εισήγησής μου με τίτλο: «Αναπαραστάσεις της αντίστασης και του δωσιλογισμού στον αθηναϊκό δημόσιο χώρο. Τα μνημεία του Περιστερίου», στο πλαίσιο του συνεδρίου Διοικητικός, οικονομικός και ιδεολογικός δωσιλογισμός στην κατεχόμενη Ελλάδα και η μεταπολεμική απονομή της δικαιοσύνης, Θεσσαλονίκη, 30 Σεπτεμβρίου-1 Οκτωβρίου 2023. ↑
- Βλ. Νίκος Σφακιανάκης, Το Περιστέρι στην Αντίσταση: 1941-1944. Και μαρτυρίες από τη Μικρασιατική Καταστροφή και την προσφυγιά, χ.ε., Αθήνα 1993. Επίσης βλ. Αναστασία Λερίου – Κωνσταντίνος Παλούκης – Γεώργιος Παπαϊωάννου, Περιστέρι. Όψεις της ιστορίας της πόλης και του δήμου, Δήμος Περιστερίου, Περιστέρι 2019, σσ. 131-140. ↑
- Pierre Nora, “Between Memory and History: Les Lieux de Mémoire”, Representations, 26 (1989), 14. ↑
- Λάμπρος Φλιτούρης, «Γιατί δεν γιορτάζουμε το τέλος του πολέμου. Η 8η/9η Μαΐου 1945 ως μια άγνωστη επέτειος», Χάρης Αθανασιάδης – Πολυμέρης Βόγλης (επιμ.), Εθνικές επέτειοι. Μορφές διαχείρισης της μνήμης και της ιστορίας, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2023, σσ. 112-128. ↑
- Στρατής Μπουρνάζος, «Το κράτος των εθνικοφρόνων: αντικομμουνιστικός λόγος και πρακτικές», Χρήστος Χατζηιωσήφ (επιμ.), Ιστορία της Ελλάδας του 20ού αιώνα: Ανασυγκρότηση – Εμφύλιος – Παλινόρθωση 1945-1952, τόμ. Δ2, Εκδόσεις Βιβλιόραμα, Αθήνα 2009, σσ. 9-49. Επίσης, στο ίδιο, σσ. 17-18. Οι αντάρτες χαρακτηρίζονται, μεταξύ άλλων, «σλαυοκομμουνισταί», «εαμοβούλγαροι», σλαυόδουλοι», «απάτριδες». ↑
- Βαγγέλης Τζούκας, «“Ο Εμφύλιος μέσα τους”: Σύγχρονες ερμηνείες για τη δεκαετία 1940–1950 και πολιτικές διαμάχες στην ελληνική μετανεωτερικότητα», Βασίλης Δαλκαβούκης, Ελένη Πασχαλούδη, Ηλίας Σκουλίδας, Κατερίνα Τσέκου (επιμ.), Αφηγήσεις για τη δεκαετία του 1940: Από το λόγο του κατοχικού κράτους στη μετανεωτερική ιστοριογραφία, Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2012, σ. 401. ↑
- Μαρία Πούλου, «Ένα μνημείο για την Αντίσταση στη δεκαετία του 1950. Το μνημείο Πεσόντων Κοκκινιάς του Γιώργου Ζογγολόπουλου», Μνήμων, 36 (2017-2018), 297-298. Για τη σύνδεση των μνημείων για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με την ελληνική αρχαιότητα, βλ. Konstantinos Argianas, “References to Classical Antiquity in World War II Monuments in Athens, Greece”, Areti Adamopoulou – Anna Maria Droumpouki (ed.), Monuments for World War II: Memory and Oblivion in the Balkans and Central-East Europe, University of Ioannina, Hellenic Foundation for Research and Innovation, Ιωάννινα 2024, σσ. 176-187. Επίσης, για τα μνημεία αυτής της περιόδου βλ. Αλέξανδρος Τενεκετζής, «Μονοπάτια της μνήμης στη μετεμφυλιακή Ελλάδα: Η απεικόνιση της μνήμης του πολέμου του ’40 στη δημόσια μνημειακή τέχνη μέχρι το ’74», Νέα Εστία, 169/1845 (Ιούνιος 2011), 1222-1240· Maria Poulou, “Designated Locations for the Veneration of Victory: The Placement of War Memorials in Athens and Piraeus (1945-1960) in Areas with an Active Role in the Resistance during the Axis Occupation”, Lia Yoka (ed.), Political Monuments from the 20th to the 21st Century: Memory, Form, Meaning, Association of Greek Art Historians, Αθήνα 2023, σσ. 209-224. ↑
- Αν και με το εν λόγω μνημείο δεν μνημονεύεται ο ελληνικός στρατός, ωστόσο, εντάσσεται στα μνημεία πεσόντων της περιόδου, που απηχούν το ιδεολόγημα της εθνικοφροσύνης. Για τις ψυχροπολεμικές συνδηλώσεις του μνημείου, βλ. Αλέξανδρος Τενεκετζής, Τα μνημεία για τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Εικονομαχίες στην Ευρώπη του Ψυχρού Πολέμου (1945-1975), Εκδόσεις Ασίνη, Αθήνα 2020, σσ. 154-163. ↑
- Πούλου, ό.π., 297-307. ↑
- Τα αισθητικά κριτήρια της ελληνικότητας διατυπώθηκαν από τον ιστορικό τέχνης και διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαρίνο Καλλιγά, στο βιβλίο του Η αισθητική του χώρου της ελληνικής εκκλησίας στο Μεσαίωνα, χ.ε, Αθήνα 1946· βλ. Ευγένιος Δ. Ματθιόπουλος, «Ιδεολογία και τεχνοκριτική τα χρόνια 1949-1967: Ελληνοκεντρισμός, σοσιαλιστικός ρεαλισμός, μοντερνισμός», 1949-1967: Η εκρηκτική εικοσαετία, Πρακτικά επιστημονικού συμποσίου (Αθήνα, 10-12 Νοεμβρίου 2000), Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 2002, σσ. 370-371. ↑
- Πούλου, ό.π., 297-298. ↑
- Μάνος Αυγερίδης, «Η οριοθέτηση της Εθνικής Αντίστασης από τους νικητές του Εμφυλίου Πολέμου (1949-1967)», Μάγδα Φυτιλή – Μάνος Αυγερίδης – Ελένη Κούκη (επιμ.), Η δεύτερη ζωή της Εθνικής Αντίστασης. Πρακτικές αναγνώρισης και αποκλεισμού 1944-2006, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 2022, σσ. 79-121. ↑
- Επιστολή προς το Καλλιτεχνικόν Επιμελητήριον της Ελλάδος, 17 Απριλίου 1974, Αρχείο Δημήτρη Φερεντίνου, Αριθ. Πρωτ. 5971α, Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος. Ευχαριστώ θερμά την υπεύθυνη του αρχείου, κ. Βιβή Αλτιπαρμάκη, για την πολύτιμη βοήθειά της. ↑
- Δημήτρης Τζιόβας, Η Ελλάδα από τη χούντα στην κρίση. Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2022, σ. 33. ↑
- Στο ίδιο, σσ. 127-137. Επίσης, Πολυμέρης Βόγλης, «Διαμάχες για το παρελθόν; Η δεκαετία του 1940 ανάμεσα στη δημόσια ιστορία και την ιστοριογραφία», Κατερινα Γαρδίκα, Άννα Μαρία Δρουμπούκη, Βαγγέλης Καραμανωλάκης, Κώστας Ράπτης (επιμ.), Η μακρά σκιά της δεκαετίας του ’40. Πόλεμος – Κατοχή – Αντίσταση – Εμφύλιος, Εκδόσεις Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2015, σσ. 351-369. Επίσης, Τζούκας, «“Ο Εμφύλιος μέσα τους”», ό.π., σσ. 399-416. ↑
- Μάγδα Φυτιλή, «Μεταπολίτευση: θεσμική ενσωμάτωση και συμβολικός αποκλεισμός της κομμουνιστικής Αριστεράς (1974-1981)», Φυτιλή – Αυγερίδης – Κούκη (επιμ.), ό.π., σ. 187. ↑
- Στο ίδιο, σ. 195. ↑
- Στο ίδιο, σ. 204. ↑
- Στο ίδιο, σ. 189. ↑
- Στο ίδιο, σ. 219. ↑
- Στο ίδιο, σ. 222. Για παράδειγμα, βλ. την προεκλογική αφίσα του ΠΑΣΟΚ το 1981, όπου αναφέρεται η στήριξη του κόμματος από τη «γενιά της Εθνικής Αντίστασης». ↑
- Γέρασιμος Μοσχονάς, «Η διαιρετική τομή Δεξιάς-Αντιδεξιάς στη Μεταπολίτευση (1974-1990). Το περιεχόμενο της τομής και όψεις της στρατηγικής των κομμάτων του “αντιδεξιού υποσυστήματος”», Νίκος Δεμερτζής (επιμ.), Η ελληνική πολιτική κουλτούρα σήμερα, Εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα 1994, σσ. 159-215. ↑
- Ιάσονας Χανδρινός, «Εθνική Αντίσταση: Ιστορικές, πολιτικές και θεσμικές εννοιολογήσεις από το 1941 στο σήμερα», Γαρδίκα, Δρουμπούκη, Καραμανωλάκης, Ράπτης (επιμ.), ό.π., σ. 209. ↑
- Ελένη Στριφτόμπολα, «Μαθήματα δημόσιας ιστορίας από το ελληνικό Κοινοβούλιο. Η περίπτωση του νόμου 1285/1982 “Για την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης του Ελληνικού Λαού εναντίον των στρατευμάτων κατοχής 1941-1944”», Αντρέας Ανδρέου – Σπύρος Κακουριώτης – Γιώργος Κόκκινος – Έλλη Λεμονίδου – Ζέτα Παπανδρέου – Ελένη Πασχαλούδη (επιμ.), Η Δημόσια Ιστορία στην Ελλάδα. Χρήσεις και καταχρήσεις της Ιστορίας, Εκδόσεις Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2015, σσ. 239-249· Βαγγέλης Τζούκας, «Εθνική Αντίσταση. Η αναγνώρισή της ως πράξη υπέρβασης του Εμφυλίου και ενίσχυσης του αντιδεξιού επιχειρήματος», Βασίλης Βαμβακάς – Παναγής Παναγιωτόπουλος (επιμ.), Η Ελλάδα στη δεκαετία του ’80. Κοινωνικό, πολιτικό και πολιτισμικό λεξικό, Εκδόσεις Το Πέρασμα, Αθήνα 2010, σσ. 133-136. ↑
- Μενέλαος Χαραλαμπίδης, «Η μνήμη της εαμικής Αντίστασης στην Αθήνα. Το πολιτικό πλαίσιο καθορισμού της μνήμης», Γαρδίκα, Δρουμπούκη, Καραμανωλάκης, Ράπτης (επιμ.), ό.π., σ. 218. ↑
- Χανδρινός, ό.π., σ. 210. ↑
- Δανείζομαι τον όρο από τη Μάγδα Φυτιλή, «Η συμβολική ενσωμάτωση των “εχθρών του έθνους” (1981-1989)», Φυτιλή – Αυγερίδης – Κούκη (επιμ.), ό.π., σ. 223. ↑
- Βασίλης Δαλκαβούκης, «Η Μεταπολίτευση στους δρόμους. Μνήμη, ιδεολογία και πολιτική με αφορμή τη μετεξέλιξη των οδωνυμίων (1974-2012)», Μάνος Αυγερίδης – Έφη Γαζή – Κωστής Κορνέτης (επιμ.), Μεταπολίτευση. Η Ελλάδα στο μεταίχμιο δύο αιώνων, Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα 2015, σσ. 40-53. ↑
- Στο εργοστάσιο του Μαλτσινιώτη, στον Υμηττό, οι Γερμανοί επισκεύαζαν κινητήρες των πολεμικών τους αεροπλάνων, που έστελναν στη Λιβύη και το Ελ Αλαμέιν· Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 224. ↑
- Τζούκας, «Εθνική Αντίσταση», ό.π., σ. 135. ↑
- Αλέξανδρος Τενεκετζής, «Η δημόσια αναπαράσταση μιας δύσκολης μνήμης: Ο εμφύλιος και η αντίσταση στη δημόσια γλυπτική τις δεκαετίες ’80 και ’90», Νίκος Δασκαλοθανάσης (επιμ.), Ιστορία και θεωρία της τέχνης. Τιμητικός τόμος για τη Νίκη Λοϊζίδη, Εκδόσεις Futura, Αθήνα 2019, σ. 72. ↑
- Το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης της Αθήνας, έργο του Γιώργου Μέλλιου, ανεγέρθηκε στην πλατεία εισόδου του Γ' Νεκροταφείου Αθηνών, στη Νίκαια, το 1988. ↑
- Argianas, ό.π., σ. 184. ↑
- Ωστόσο, οι παραπομπές στην αρχαιότητα δεν έχουν τις ιδεολογικές συνδηλώσεις που ανιχνεύθηκαν σε μνημεία τα οποία ανεγέρθηκαν πριν από τη δεκαετία του 1980. ↑
- Η κεφαλαιογράμματη γραφή στην επιγραφή. ↑
- Τζιόβας, ό.π., σσ. 15-16. ↑
- Κώστας Μπαρούτας, Ο σοσιαλιστικός ρεαλισμός στην ελληνική τέχνη. Κοινωνικό όραμα και αισθητικοί συμβολισμοί, Εκδόσεις Τέχνης Οίστρος, Αθήνα 2006. ↑
- Φυτιλή, «Μεταπολίτευση: θεσμική ενσωμάτωση και συμβολικός αποκλεισμός», ό.π., σ. 194. Η ΠΕΑΕΑ ιδρύθηκε το 1964 και αρκετά αργότερα μετονομάστηκε σε Πανελλήνια Ένωση Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος. Τέλος, η μη σωστή ανατομική απόδοση των χεριών του εικονιζόμενου επιτρέπει την υπόθεση ότι ο άγνωστος δημιουργός του μνημείου ήταν κάποιος αυτοδίδακτος γλύπτης, πιθανόν πρώην αντιστασιακός. ↑
- Πιθανόν να πρόκειται για τη μοναδική αναπαράσταση δωσίλογου σε μνημείο στον ελληνικό δημόσιο χώρο. ↑
- Το έργο του Κοντόπουλου με τίτλο «Μπλόκο» δημοσιεύτηκε το 1949, στο πέμπτο τεύχος του περιοδικού Ο Αιών μας και αναδημοσιεύτηκε στο δέκατο τεύχος της Επιθεώρησης Τέχνης, τον Οκτώβριο του 1955. ↑
- Η κεφαλαιογράμματη γραφή στην επιγραφή. ↑
- Θεόδωρος Αυγερός, «Ο αγώνας της Αντίστασης συνεχίζεται...», Ριζοσπάστης, 4 Οκτωβρίου 2003. ↑
- Η κεφαλαιογράμματη γραφή στην επιγραφή. ↑
- Χαραλαμπίδης, ό.π., σ. 222. ↑
- Στη συμβολή των οδών Φλέμινγκ και Πίνδου στήθηκε το Μνημείο Πεσόντων της Μάχης της Παλιάς Αγοράς, που έλαβε χώρα στις 28 Ιουνίου 1944. Πρόκειται για μια αναθηματική μαρμάρινη πλάκα που είναι τοποθετημένη στην πρόσθια όψη μιας κόκκινης κολώνας τετράγωνης διατομής. Όπως αναφέρεται στην επιγραφή: «ΣΕ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΧΩΡΟ ΕΠΕΣΑΝ ΜΑΧΩΜΕΝΟΙ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΚΤΗΤΩΝ ΣΤΙΣ 28-6-1944 ΟΙ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΖΙΛΒΕΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΛΑΓΙΑΝΝΗΣ». Η κεφαλαιογράμματη γραφή στην επιγραφή. ↑
- Η κεφαλαιογράμματη γραφή στην επιγραφή. ↑
- Άννα Παρλιάρου, «Το Κατηγορώ μιας αληθινής Επονίτισσας», Νέα Γενιά. Όργανο του Κεντρικού Συμβουλίου της ΕΠΟΝ, 54 (Αύγουστος 1945), 11, στην ιστοσελίδα https://askiarchives.eu/show/48968 [ανακτήθηκε 10.11.2024]. ↑
- Εννοεί τα Τάγματα Ασφαλείας. ↑
- Παρλιάρου, ό.π. ↑
- Ανώνυμος, «Ο Δήμος Περιστερίου γκρέμισε το μνημείο της Επονίτισσας Άννας Παρλιάρου» (12 Νοεμβρίου 2020), στην ιστοσελίδα https://www.katiousa.gr/politika/o-dimos-peristeriou-gkremise-to-mnimeio-tis-eponitissas-annas-parliarou/ [ανακτήθηκε 25.5.2023]· Ανώνυμος, «Προσβολή στη Μνήμη της Αντίστασης από τον Δήμο Περιστερίου», (14 Νοεμβρίου 2020) στην ιστοσελίδα https://www.ilioupoligiaolous.gr/prosvoli-sti-mnimi-tis-antistasis-apo-ton-dimo-peristerioy [ανακτήθηκε 25.5.2023]. ↑
- Αριστερή Κίνηση Περιστερίου, «Το μνημείο της Άννας Παρλιάρου είναι και πάλι στη θέση του...» (5 Φεβρουαρίου 2021), στην ιστοσελίδα https://www.facebook.com/photo.php?fbid=2567856453512616&id=1427798527518420&set=a.1427798590851747 [ανακτήθηκε 25.5.2023]. ↑
- Ν. Αρχιμανδρίτης, «Ο κόκκινος Δεκέμβρης», Αστυνομικά Χρονικά. 15θημερος έκδοσις Αρχηγείου Αστυνομίας Πόλεων, 84 (Νοέμβριος 1956), 4069-4070. ↑
- Ανώνυμος, «Το Α.Τ. Περιστερίου εξακολουθεί να τιμά προδότες εγκληματίες συνεργάτες των Γερμανών Ναζί κατακτητών» (15 Νοεμβρίου 2018), στην ιστοσελίδα https://vathikokkino.gr/archives [ανακτήθηκε 30.5.2024]. ↑
- Ανώνυμος, «Η Αριστερή Κίνηση για το Α.Τ. Περιστερίου» (15 Νοεμβρίου 20128), στην ιστοσελίδα https://www.peristerinews.gr/i-aristeri-kinisi-gia-to-a-t-peristerio [ανακτήθηκε 30.5.2024] ↑
- ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ, «Παράρτημα Περιστερίου της ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ: Ιστορικός περίπατος στα χνάρια των αγωνιστών της ΕΑΜικής Αντίστασης» (23 Οκτωβρίου 2024), στην ιστοσελίδα https://peaea-dse.gr/parartima-peristeriou-tis-peaea-dse-istorikos-peripatos-sta-chnaria-ton-agoniston-tis-eamikis-antistasis/ [ανακτήθηκε 30.5.2024]. ↑
- Αριστερή Κίνηση Περιστερίου, «Ιστορικός περίπατος μνήμης – Περιστέρι» (27 Ιουνίου 2018), στην ιστοσελίδα https://leftmove.wordpress.com/2018/06/27/ [ανακτήθηκε 30.5.2024]· Αριστερή Κίνηση Περιστερίου, «Περιστέρι: Αντίσταση και Δωσίλογοι. Περίπατος Ιστορικής Μνήμης» (17 Ιουνίου 2018), στην ιστοσελίδα https://leftmove.wordpress.com/2018/06/17 [ανακτήθηκε 30.5.2024]. ↑
- Ανώνυμος, «Ιστορικός περίπατος». ↑
- Στο ίδιο. ↑
- Χανδρινός, ό.π., σ. 212 ↑
