Ο μυστικιστικός εθνικισμός του περιοδικού Δαυλός και η γέννηση της σύγχρονης ελληνικής συνωμοσιολογίας και της παραδοξολογίας περί των απαρχών του έθνους
Κώστας Κωνσταντινίδης
Το αρχαιολατρικό περιοδικό Δαυλός από τα πρώτα του τεύχη κιόλας, το 1982, φέρει τον υπότιτλο «Μηνιαίο ιδεολογικό περιοδικό των Ελλήνων».[1] Λίγο αργότερα θα υιοθετήσει το «Μηνιαίο περιοδικό πολιτικής αξιολογίας», πριν καταργήσει εντελώς τους υποτίτλους.[2] Δεν κρύβει επομένως καθόλου ότι αποτελεί, κατά κύριο λόγο, ένα ελληνοκεντρικό έντυπο και πως, μέσα από τα κείμενα που φιλοξενεί, υπηρετεί μια πολιτική ιδεολογία. Επομένως, η ταυτότητα του εντύπου, ως ένα πολιτικό-εθνοκεντρικό περιοδικό, είναι εμφανής. Ο εκδότης, αρχισυντάκτης και τακτικός αρθρογράφος του περιοδικού Δημήτρης Ι. Λάμπρου μας διαφωτίζει για τις ιδεολογικές καταβολές του περιοδικού:
Θέσαμε τις βάσεις μιας θεωρήσεως της ζωής και του κόσμου καθαρά αντιλογοκρατικής, αντιοικονομιστικής, αντιαστοκαπιταλιστικής και αντιμαρξιστικής, με μια φράση, καθαρά ιδεαλιστικής και ελληνικής. (σ.σ.: έμφαση δική του) [...] ο τρόπος σκέπτεσθαι του Δαυλού ανταποκρίνεται στο αίτημα όλων των αγνών και φωτισμένων ανθρώπων, όλων των πνευματικά Ελλήνων, για μια αναθεώρηση του τρόπου που ζούμε [...] για μια άρνηση της οικονομιστικής ανανδρίας μας και αστοκαπιταλομαρξιστικής εξαχρείωσεως και αποβλακώσεώς μας. Ο Δαυλός ήταν και θα παραμείνη βωμός της ελληνικής θεάς Αλήθειας.[3]
Το περιοδικό κυκλοφόρησε συνολικά σε 319 τεύχη έως το 2008, όταν και ο Λάμπρου ανακοίνωσε τη διακοπή της έκδοσής του για προσωπικούς λόγους.[4] Έχοντας ως πολιτική του εντύπου τη μη δημοσίευση διαφημίσεων, φαίνεται πως η εκδοτική προσπάθεια στηριζόταν οικονομικά στους συνδρομητές του και στους πόρους του ίδιου του Λάμπρου, που δήλωνε την τετραπλή ιδιότητα του «ιδρυτή-ιδιοκτήτη-εκδότη-διευθυντή».[5] Ως εκδότης φαίνεται πως είχε μικρό αποτύπωμα, αφού, όπως αναφέρει η Καρακατσούλη, εντοπίζονται μόλις δώδεκα κυκλοφορίες των Εκδόσεων Δαυλός τα χρόνια από το 1982 έως το 2012, στη βάση δεδομένων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος.[6] Αυτή η «αναθεώρηση» και η ελληνοποίηση του τρόπου ζωής, που ευαγγελιζόταν ο αρχισυντάκτης του, αποτελούσε μέρος μιας γενικότερης μεταστροφής της θέασης του ελληνικού παρελθόντος, ενός νέου αφηγήματος, μιας «νέας ιστορίας», που επαναδιαπραγματευόταν και ασκούσε κριτική στο καθιερωμένο τριμερές ιστορικό σχήμα που είχε καθιερωθεί από τον 19ο αιώνα. Αφενός, περιοδικά όπως ο Μνήμων και αργότερα τα Ιστορικά άσκησαν κριτική και μπόλιασαν το ιστορικό συνεχές του έθνους με ζητήματα κοινωνικής και πολιτισμικής ιστορίας, στρέφοντας τους φακούς των ιστορικών σε κοινωνικές ομάδες ώς τότε σχεδόν αόρατες, αλλά και στα εύθραυστα υλικά από τα οποία είχε οικοδομηθεί αυτό το τρισχιλιετές αδιάσπαστο εθνικό αφήγημα.[7] Στον αντίποδα αυτών των εντύπων, ο Δαυλός επιχείρησε μεν μια ρήξη με το σχήμα του Παπαρρηγόπουλου, όμως από μια εντελώς διαφορετική αφετηρία, πολιτική και μεθοδολογική. Ταυτόχρονα, όπως σημειώνει ο Δημήτρης Τζιόβας, η Μεταπολίτευση μπορεί να χαρακτηριστεί και ως μια περίοδος όπου έλαβε χώρα μια πολιτισμική στροφή και το ενδιαφέρον στον δημόσιο λόγο πέρασε από την πολιτική στην κουλτούρα.[8] Η έννοια της ελληνικότητας, η οποία φαίνεται να απασχολεί εκείνη την περίοδο μεγάλο μέρος του πολιτικού φάσματος, εγκαταστάθηκε στο ιστορικό φαντασιακό κυρίως από τη μελοποιημένη ποίηση με λαϊκή απεύθυνση, αλλά και μέσω μιας ουσιοκρατικής αντίληψης για την ελληνική τέχνη γενικότερα, της οποίας η «ταυτότητα» παρέμεινε επίσης αναλλοίωτη στον χρόνο, όπως και το ίδιο το έθνος (Θεοδωράκης, Ρίτσος, Μαρκόπουλος, Χατζιδάκις, Τσαρούχης κ.ά.)[9] Η υποτιθέμενη αυτή «γνησιότητα» του ελληνικού πολιτισμού, χωρίς προσμίξεις, «εκφυλισμούς» και «εισβολές» από την αλλοτριωμένη δυτική τέχνη, εκφράστηκε ακόμα και μέσα από θεωρητικά κείμενα προβεβλημένων και εμβληματικών καλλιτεχνών, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, που οι αγώνες τους συνδέθηκαν με την Αριστερά.[10] Μεταπλάθεται έτσι η ιστορική συνέχεια σε πολιτισμική συνέχεια και το εθνικό ιστορικό αφηγηματικό σχήμα αρχίζει και χάνει το περίγραμμά του, ολισθαίνοντας προς μια μυστικιστική αντίληψη του χώρου, αλλά και του χρόνου.
Μιλώντας κανείς για μυστικιστικό εθνικισμό (mystical nationalism) ή εθνικό μυστικισμό (national mysticism), όροι που αμφότεροι απαντώνται στη διεθνή σχετική βιβλιογραφία, έρχεται αντιμέτωπος με το πρόβλημα της μη ύπαρξης συγκεκριμένου ορισμού τους.[11] Πρόκειται, στην ουσία, για τρόπους, μεθόδους και οπτικές με τις οποίες, αφενός, ιστορικοί, πολιτικοί επιστήμονες, διάφοροι ερευνητές αλλά και, αφετέρου, ποικίλα εθνοκεντρικά δίκτυα αντιμετωπίζουν την ίδια την έννοια του έθνους. Θα μπορούσε να οριστεί ο μυστικιστικός εθνικισμός, ως το σημείο που η παραδοξολογία συναντά αυτό που ο Ουμπέρτο Έκο έχει ονομάσει Ur-Fascism (Αιώνιο Φασισμό).[12] Σύμφωνα με τις θέσεις του Έκο, στο γνωστό αυτό δοκίμιό του, υπάρχουν κάποια ποιοτικά χαρακτηριστικά, τα οποία φανερώνουν την παράδοξα αντιδραστική φύση του Αιώνιου Φασισμού. Ο τελευταίος, κατ’ αυτόν τον τρόπο, εμφανίζεται απρόσμενα «συμπεριληπτικός», λειτουργώντας μόνιμα σε μια διαδικασία οικειοποίησης ετερογενών επιρροών, ανάλογα με τους εκάστοτε στόχους του. Αυτές περιλαμβάνουν από αρχαίους φιλοσόφους μέχρι τον Γκράμσι και από τον αποκρυφισμό των αλχημιστών μέχρι τα UFO. Όπως γράφει χαρακτηριστικά και ο ίδιος ο Έκο:
Αν ψάξει κανείς στα ράφια, που στα αμερικάνικα βιβλιοπωλεία φέρουν την ένδειξη New Age, μπορείς να βρεις ακόμη και Άγιο Αυγουστίνο, που, από όσο γνωρίζω, δεν ήταν φασίστας. Ο συνδυασμός όμως του Αγίου Αυγουστίνου με το Στόουνχετζ – αυτό είναι σύμπτωμα του Αιώνιου Φασισμού.[13]
Μέσα από ένα αμάλγαμα των πηγών, παρουσιάζει ο μυστικιστικός εθνικισμός μια εξ αποκαλύψεως αλήθεια, ψήγματα της οποίας βρίσκει κανείς αν «ψάξει» ενδελεχώς αρχαίες γλώσσες, τέχνεργα, πίνακες ζωγραφικής, μυστικές εταιρείες, βιβλία, κτίρια κ.λπ. Υπεισέρχεται έτσι και η συνωμοσιολογική ερμηνεία του παρελθόντος, η οποία και αναδεικνύεται κυρίαρχη στο πλέγμα των τρόπων που αλληλεπιδρά κάποιος με το παρελθόν του έθνους, δηλαδή με την ιστορική του κουλτούρα. Η παραδοσιοκρατία, η αρχαιολατρία, ο αντι-Διαφωτισμός, επιστρατεύονται ως κατεξοχήν αναλυτικά εργαλεία μιας συνωμοσιολογικής ματιάς πάνω στην εθνική ιστορία. Αφαιρώντας οποιαδήποτε έννοια τυχαιότητας, το παρελθόν μετατρέπεται σε ένα απόλυτα ντετερμινιστικό χωροχρονικό συνεχές, εντός του οποίου λαμβάνει χώρα ένας σταδιακός εκφυλισμός, προς μία αναπόφευκτη αποκαλυπτική ή μετα-αποκαλυπτική πραγματικότητα, στην οποία και οδηγείται το έθνος, και ο πλανήτης κατ’ επέκταση, με μαθηματική ακρίβεια.
Ορίζοντας τους αντιπάλους και το πεδίο μάχης
Τα άρθρα του Δαυλού δεν φείδονται σε επιθετική ρητορική ενάντια στον Παπαρρηγόπουλο και την ιστορική του προσέγγιση. Μάλιστα, ένα πορτρέτο του ιστορικού βρίσκεται και στο εξώφυλλο του τεύχους 278, με τη λεζάντα «Ο εγκέφαλος της απάτης του Ελληνοχριστιανισμού», ενώ στο αντίστοιχο άρθρο του εν λόγω τεύχους ο τίτλος είναι: «Η σχιζοφρένεια της ιδεολογίας, ως σχιζοφρένεια της Ιστορίας».[14] Τα βέλη του περιοδικού δέχεται αρχικά το Βυζάντιο, ως μέρος του ελληνικού ιστορικού συνεχούς. Η «καθαρή» ελληνικότητα που ευαγγελίζονται οι αρθρογράφοι δεν υφίσταται στο «σιωνιστικό» και «εβραιοκρατούμενο» ιστορικό κατασκεύασμα του Βυζαντίου, που κληροδότησε στην ελληνική νεωτερικότητα τον λεγόμενο «ελληνοχριστιανισμό», ως κυρίαρχο πια ιδεολογικό, φιλοσοφικό και ιστορικό ρεύμα. Βάζοντας στην εξίσωση τον «σιωνιστικό» παρασκηνιακό και συνωμοσιολογικό δάκτυλο, εμφανίζονται περισσότερο καθαρά στο προσκήνιο και οι δύο Άλλοι, εναντίον των οποίων θα οικοδομηθεί η επιχειρηματολογία του εντύπου. Πρόκειται, αφενός, για τον «αστοκαπιταλομαρξισμό», όπως αναφέρει και ο ίδιος ο Λάμπρου, και, αφετέρου, για τον «ελληνοχριστιανισμό», οποίος και παρουσιάζεται ως μετωνυμία του «φθοροποιού» εβραϊκού πνεύματος. Επομένως, μια συνισταμένη των δύο εχθρικών απέναντι στην ελληνικότητα ρευμάτων συγκλίνει με την πάγια αντισημιτική ρητορική περί της «διπλής φύσης του Εβραίου», ως κεφαλαιοκράτη αλλά και ως κομμουνιστή «ιουδαιομπολσεβίκου».
[...] κάτω από την βαθειά, λοιπόν, επήρεια του Εβραϊκού πνεύματος, οι πνευματικοί ηγέτες του Βυζαντινού Κράτους σκυλεύουν το Ελληνικό πνεύμα, αλλά ταυτόχρονα συκοφαντούν και προσπαθούν να εξευτελίσουν κάθε επίτευγμά του σε τομείς που δεν έχουν καμία άμεση σχέση με τη θρησκευτική σύγκρουση μεταξύ Ελληνισμού και Εβραϊσμού, όπως η ρητορική, τα μαθηματικά, η ιατρική.[15]
Στο ίδιο κείμενο, ο Λευτέρης Δίκαιος, ψευδώνυμο, πιθανόν, του ίδιου του Δημήτρη Λάμπρου,[16] σημείωνε πως η sui generis αδιάλειπτη εθνική συνέχεια κατορθώθηκε μόνο μέσω της διατήρησης της ελληνικής γλώσσας, του μοναδικού πολιτισμικού στοιχείου που όχι μόνο δεν «εκφυλίστηκε» αλλά αποτελεί την ψυχή και ουσία της ίδιας της ελληνικότητας, καθώς και Μητέρα Γλώσσα όλων των υπολοίπων γλωσσών του πλανήτη, όπως θα αναφερθούμε και παρακάτω:
Ο Ελληνισμός σαν φυλή, σαν τρόπος σκέψεως και ζωής, σαν Έθνος, αν επεβίωνε, με μοναδικό, ίσως μη απαγορευμένο εθνικό χαρακτηριστικό του τη γλώσσα του – ζούσε κάτω από την εξουθενωτική, εθνοκτόνο εβραιορωμαϊκή ιδεολογική και πολιτική τυραννία, μ’ άλλα λόγια την βυζαντινή (σ.σ.: έμφαση δική του) τυραννία, τρομοκρατημένος, καταπιεσμένος, αναθεματισμένος, κουρσεμένος, εκμηδενισμένος, υβριζόμενος, χλευαζόμενος, συκοφαντούμενος, σκυλευόμενος. Αυτή είναι η ιστορική αλήθεια.[17]
Όσον αφορά τον έτερο εχθρό, τον κομμουνισμό-μαρξισμό, ως προϊόν του «εβραϊκού πνεύματος», ο Λευτέρης Δίκαιος, σε ένα κείμενο εμποτισμένο από φυλετισμό, ρατσισμό, ομοφοβία και αντικομμουνισμό, οδηγείται σε ένα σχεδόν ναζιστικού τύπου κρεσέντο, κάνοντας λόγο για ανώτερους και κατώτερους πνευματικά ανθρώπους, για φύσει εξουσιαζόμενους από ανθρώπους γεννημένους να εξουσιάζουν, για μια κοινωνία «αρίστων» στην οποία οι κατώτεροι, ως μαζοποιημένα υποκείμενα και ατελή σώματα και πνεύματα, δεν έχουν θέση και λόγο ύπαρξης:
Στο καθεστώς της ισότητας της σύγχρονης εξουσίας ανίκανοι, άθλιοι, ανελεύθεροι, διεφθαρμένοι, διεστραμμένοι, βλάκες, άχρηστοι, μη δημιουργικοί, νοσηροί, υστερούντες φυσικά και πνευματικά, «αναπληρώνουν» τεχνητά και δογματικά τη φυσική μειονεξία τους, την αληθινή και πραγματική μειονεξία τους, εξομοιούμενοι με τους ικανούς, τους έντιμους, τους φωτισμένους, τους ελεύθερους, τους δημιουργούς, τους φυσικά και ηθικά προικισμένους, τους άξιους. Και η συμβατική αυτή ίσωση, η αντίθετη προς κάθε αλήθεια, η αυθαίρετη αυτή και δουλωτική πολτοποίηση –γιατί περί αυτού πρόκειται– δεν αφορά μόνο την ισότητα της ψήφου –με βάση την οποία, π.χ., δύο βλάκες νικούν πολιτικά ένα φωτισμένο– δεν αναφέρεται μόνο στη διανομή των αγαθών –με βάση την οποία, π.χ., ένας ανίκανος και τεμπέλης νέμεται τα ίδια πράγματα με τον δημιουργό έργου υλικού ή πνευματικού– αλλά επεκτείνεται σταδιακά σ’ όλους τους τομείς της δημόσιας αλλά και ιδιωτικής ζωής, φθάνοντας μέχρι της εξομοιώσεως, της εξισώσεως δύο τόσο ανόμοιων, φυσικά και αντικειμενικά, πραγμάτων, όπως είναι τα δύο φύλα, ή ακόμα μέχρι της ισότητας του φυσικού με το αφύσικο, του υγιούς με το νοσηρό, του ομαλού με το ανώμαλο και διεστραμμένο, όπως. π.χ.. είναι η... ισότητα μεταξύ «ετερόφυλων» και ομοφυλόφιλων![18]
Επιστρέφοντας στους αμιγώς ελληνικούς χρονότοπους του Δαυλού, φαίνεται πως γι’ αυτούς το Βυζάντιο υπήρξε εκφυλιστικό ως προς την ελληνικότητα, και δεν μπορεί παρά να εξοβελιστεί από τον ελληνικό χώρο και χρόνο. Η απελευθέρωση και γέννηση του Νέου Ελληνισμού, όπως αναφέρεται στο εξώφυλλο του πέμπτου τεύχους, ήρθε το 1453 μ.Χ. με την Άλωση. Στο αντίστοιχο άρθρο τονίζεται και η ελληνική «ιδιαιτερότητα», κοινό εθνικιστικό μοτίβο, ως συνισταμένη παλιών και νέων στοιχείων που είχαν «διαβρωθεί» από το Βυζάντιο, μερικά εκ των οποίων είναι «η λαϊκή παράδοση, η δημοκρατία, η ανεκτικότητα, ο αντι-δογματισμός» κ.ά.[19] Αν εξετάσουμε πότε και πού γεννήθηκε αυτή η ελληνική γλώσσα, η οποία και συνιστά το κατεξοχήν διαχρονικό μέσο έκφρασης και διάδοσης του ελληνικού πνεύματος, διαπιστώνουμε πως ο χρόνος και ο τόπος γέννησής της δεν θα μπορούσαν να περιορίζονται ασφυκτικά μέσα στον δεδομένο «εθνικό ιστορικό χρόνο», αυτόν του επίσημου ιστορικού αφηγήματος. Για την επιστημονικοφανή αυτή γλωσσολογική ερμηνεία, το έντυπο επιστράτευσε αμφιλεγόμενες προσωπικότητες, όπως θα δούμε παρακάτω, που όμως εξυπηρετούσαν και επιχειρούσαν να τεκμηριώσουν με τα κείμενά τους τη μυστικιστική χωροχρονική αντίληψη περί γλώσσας και καταγωγής των Ελλήνων γενικότερα.
Ο μύθος της απώλειας
Η εθνορομαντική σκέψη προκρίνει μια απαισιόδοξη και έντονα κριτική στάση απέναντι στη νεωτερικότητα και μια καταφυγή σε ένα εξιδανικευμένο και παντοτινά χαμένο παρελθόν, στο οποίο συνυπήρχαν όλες οι αρετές και τα ιδανικά της εθνικής ιδιαιτερότητας, σε μια μη εκφυλισμένη, γνήσια και ιδεατή μορφή. Ο Δαυλός δεν βάδισε μόνος, ως νοσταλγός μιας απωλεσθείσας στον χώρο και στον χώρο ελληνικότητας, αλλά εγγράφεται σε ένα ευρύτερο ελληνοκεντρικό οικοσύστημα της Μεταπολίτευσης, στο οποίο συνυπάρχουν ιδεολογίες και αξιακά συστήματα με διαφορετικές μεν αφετηρίες, αλλά με κοινό πλαίσιο ερμηνείας και αξιολόγησης της νεωτερικότητας.
Ο Νικόλας Σεβαστάκης διακρίνει δύο διαφορετικά ρεύματα εθνορομαντισμού. Τον μετα-ευσεβισμό, με βασικό εκπρόσωπό του τον Χρήστο Γιανναρά, και τον μετα-μαρξισμό, που επικοινωνούσε με τις ιδέες που εκπροσωπούσε μια μερίδα ελληνοκεντρικής Αριστεράς.[20] Αμφότερα τα ρεύμετα στα κείμενά τους παρουσιάζουν την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης ως αποτέλεσμα χρόνιας παρακμής και παρέκκλισης από την πορεία που οφείλει να έχει η χώρα. Τα βήματα προς τη νεωτερικότητα που πραγματοποιεί ως χώρα, για τον Γιανναρά φανερώνουν δουλοπρέπεια προς τη Δύση. Το ελληνοχριστιανικό Βυζάντιο και ο κοινοτισμός συνιστούν, γι’ αυτή τη μερίδα των ελληνοκεντριστών, όχι μια ανθελληνική δυστοπία αλλά μια ιδανική, απωλεσθείσα ουτοπία. Αυτή την ομάδα συντηρητικών δημόσιων διανοούμενων ο Γιάννης Μηλιός, στο περιοδικό Σχολιαστής, θα βαφτίσει «νέο-ορθόδοξους».[21] Οι ιδέες αυτές δεν γεννήθηκαν στη Μεταπολίτευση, αλλά τις εντοπίζει κανείς ήδη από τη δεκαετία του 1960 και το δοκίμιο του Ζήσιμου Λορεντζάτου Το χαμένο κέντρο, όπου τονίζεται η παρακμή του ελληνισμού μέσω της επαφής με τη Δύση και η ανάγκη επιστροφής σε έναν ασκητικού τύπου κοινοτικό χριστιανισμό. Ο παραγκωνισμός του τελευταίου επέφερε και μια αξιακού τύπου κρίση στη χριστιανική Ευρώπη, την οποία ο Λορεντζάτος χαρακτηρίζει «μεταφυσική», αφού με τον ανθρωποκεντρικό Διαφωτισμό χάθηκε η πνευματική υπερβατικότητα που χάριζε η χριστιανική πίστη στο προνεωτερικό ποίμνιο.[22] Ταυτόχρονα, στην εθνορομαντική Αριστερά συναντώνται οι απόπειρες του Κωστή Μοσκώφ να εντοπίσει τις συγκλίσεις μεταξύ μαρξισμού και πατερικών κειμένων με τα πολιτικώς μη ορθά κείμενα του Κώστα Ζουράρι στο Αντί,[23] όπου η επιστροφή στον χριστιανικό κοινοτισμό περνά μέσα από τις ιδέες του Μαρξ και επιτίθεται στον υλισμό-καταναλωτισμό που αλλοτριώνει τις δυτικές κοινωνίες. Το ρεύμα αυτό της Αριστεράς εμφορούνταν από έναν έντονο αντιδυτικισμό και αντιμερικανισμό, που αποκρυσταλλώθηκε μέσα από την εμπειρία της δικτατορίας και της αμερικανικής ψυχροπολεμικής παρέμβασης στην πολιτική ζωή της Ελλάδας, αλλά και μιας αδιαφορίας για την αρχαία κληρονομιά, η οποία, με τη σειρά της, προωθήθηκε έντονα μέσα από την αισθητική της χούντας.[24]
Αν και φαινομενικά υμνεί την ελληνική κλασική αρχαιότητα, ο Δαυλός δεν αναζητά το «χαμένο» ιδανικό παρελθόν στο ιστορικό αρχαίο παρελθόν της χώρας, αλλά διεμβολίζει τα όρια του χώρου και του χρόνου και ενσωματώνει το εθνικό παρελθόν στο απώτατο προϊστορικό. O Jason Colavito, ο οποίος στα βιβλία του αποδομεί μεθοδικά την επιχειρηματολογία της ποπ επιστημονικοφανούς ιστορίας και συνωμοσιολογίας (π.χ. τις θεωρίες του Έριχ φον Ντένικεν, του Graham Hancock κ.ά.), παραπέμπει στον αρχαιολόγο Sir John Boardman και στο βιβλίο του The Archaeology of Nostalgia, ώστε να αντιληφθούμε το πώς έβλεπαν τα ερείπια των Μυκηναίων οι ίδιοι οι Έλληνες των κλασικών χρόνων και πώς, μέσω των υλικών καταλοίπων, συνδέθηκαν με τους υπόλοιπους «χαμένους» πολιτισμούς του ελληνικού χώρου. Τόσο τα «Κυκλώπεια» τείχη των Μυκηνών όσο και διάφορα, κυριολεκτικά γιγάντια, οστά από διάφορα προϊστορικά μαστόδοντα που βρέθηκαν στον ελληνικό χώρο, εξύφαναν στο φαντασιακό των ανθρώπων ιστορίες για ήρωες-γίγαντες προγόνους. Σταδιακά, σύμφωνα με τη διαδεδομένη τότε πίστη, ένα είδος βιολογικού και πολιτισμικού εκφυλισμού στέρησε από την Ελλάδα και την ανθρωπότητα το μέγεθος και τα επιτεύγματα εκείνης της «χρυσής εποχής» και του «χρυσού γένους». Εφόσον δεν υπήρχε ιστορική μνήμη που να συνδέει τους προομηρικούς πολιτισμούς με την κλασική Ελλάδα, έπρεπε να επιστρατευθεί η μυθολογική μνήμη (mythic memory, στο πρωτότυπο), πλάθοντας εντελώς νέους χρονότοπους, ώστε να δημιουργηθεί και η νοσταλγία της απώλειας.[25] Παρομοίως και ο Δαυλός στα κείμενά του, επιλέγει να επαναδιαπραγματευτεί τον ιστορικό χρόνο μέσω της μυθολογικής μνήμης, αντιμετωπίζοντας τα ερείπια και τον μύθο μυστικιστικά, με τον ίδιο τρόπο που φαίνεται πως λειτούργησαν οι αρχαίοι Έλληνες απέναντι στους πολιτισμούς της Εποχής του Χαλκού, επιλέγοντας να αγνοήσει τα πορίσματα των επιστημών της σύγχρονης ιστορίας, αρχαιολογίας και ανθρωπολογίας.
Το έργο της εναλλακτικής ερμηνείας, χρονολόγησης και αφήγησης αυτού του επινοημένου προϊστορικού ελληνικού κόσμου ανέλαβε στο περιοδικό ο συνεργάτης του Ηλίας Τσατσόμοιρος.[26] Αναφέρει γι’ αυτόν ο Λάμπρου:
Ο κ. Η. Λ. Τσατσόμοιρος είναι πρωτοποριακός και πρωτότυπος μελετητής του προκλασσικού ελληνικού πολιτισμού και της πανάρχαιας ελληνικής προϊστορίας ή ιστορίας. Η μέθοδός του στηρίζεται κυρίως στη δική του ερμηνεία των αρχαιότατων εννοιών πολυσήμαντων ή δυσνόητων λέξεων της ελληνικής μυθολογίας, που επεβίωσαν στη γραπτή παράδοση, όπως και στην αναζήτηση ιστορικών στοιχείων και καταστάσεων μέσα στις παραδόσεις της ελληνικής μυθολογίας, τις πριν από τον «εμπλουτισμό» ή τη διαστρέβλωσή της από τους Τραγικούς και τους άλλους νεώτερους και νεώτατους ερμηνευτές της. [...] Έτσι δεν φέρει τη σφραγίδα του σχολαστικισμού ή επιστημονισμού, της πληγής αυτής της σύγχρονης Επιστήμης, που συνήθως ξεπέφτει στην συρραφή απόψεων άλλων για να καταλήξει στο τίποτα της πληθώρας των ανεπιστημονικών εκείνων books made of books [...] Και δεν έχει καμία σημασία αν ο κ. Η. Λ. Τσατσόμοιρος δεν είναι «ειδικός» στο θέμα που επελήφθη. [...] ένας Γερμανός επιχειρηματίας, ο Ερρίκος Σλήμαν, ανακάλυψε τον μυκηναϊκό και τον τρωϊκό πολιτισμό κι ένας Άγγλος αρχιτέκτονας, ο [...] Μάικλ Βέντρις, διάβασε τη Γραμμική Β.[27]
Στο σύντομο αυτό απόσπασμα παρουσιάζονται δύο ακόμα βασικά μοτίβα-πρακτικές των επιστημονικοφανών συγγραμμάτων που εντοπίζονται συχνά στην εγχώρια και διεθνή εκδοτική παραγωγή: Η συγγραφή των πονημάτων αυτών από αρθρογράφους που στερούνται επιστημονικής εξειδίκευσης, αλλά και η εχθρικότητα προς την ίδια την επιστήμη, η οποία, ως «σχολαστική» και ενδεχομένως χειραγωγούμενη από την φανερή αλλά και κάποια «σκοτεινή» εξουσία, δεν επιτρέπει και δεν δίνει χώρο στις «εναλλακτικές» ερμηνείες. Ενδεχομένως, το πλέον ενδιαφέρον, ίσως, στοιχείο να είναι η άποψή του πως οι τραγικοί ποιητές των κλασικών χρόνων και τα έργα τους διαστρεβλώνουν το απολεσθέν ηρωικό παρελθόν, με τον τρόπο που το παρουσιάζουν. Η μυθολογία παρουσιάζεται ουσιοκρατικά, ως μια ανόθευτη, πρωτόλεια και τέλεια μορφή της ελληνικής ιστορίας, ενώ τα έργα των κλασικών τραγικών ποιητών ως μια εκφυλισμένη εκδοχή της. Ο Τσατσόμοιρος, σε όλα του τα κείμενα στο περιοδικό και στο βιβλίο που ακολούθησε, βασίστηκε και προσέγγισε τη Θεογονία του Ησίοδου ως ιστορικό σύγγραμμα, ώστε να αποδείξει την αυτοχθονία των Ελλήνων και τη γλωσσική συνέχεια ως το πολιτισμικό στοιχείο που επέζησε από τη μυθική εκείνη εποχή. Ταυτόχρονα, επινοεί ακόμα ένα μοτίβο, που διατρέχει έκτοτε τα περισσότερα αφηγήματα του ελληνοκεντρικού χώρου. Μη μπορώντας να αποδεχτεί την εισροή και αφομοίωση αλλότριων πολιτισμικών πρακτικών και ιδεών, καθώς και την Ελλάδα ως μια χώρα της περιφέρειας, εξαρτώμενη από το ξένο κεφάλαιο και παθητική αποδέκτη αποφάσεων που λαμβάνονται σε σκοτεινά κέντρα εξουσίας, αντιστρέφει την εικόνα. Η Ελλάδα, αντί για μια σύγχρονη «κρυπτο-αποικία», όπως τη χαρακτήρισε ο Herzfeld,[28] αποτέλεσε στο απώτατο παρελθόν μια προκατακλυσμιαία αποικιοκρατική δύναμη, με παγκόσμια μάλιστα ακτινοβολία. Ο «αυτόχθων» ελληνικός πολιτισμός, αλλά και το ελληνικό DNA, διαδόθηκε μέσω εκστρατειών των προϊστορικών προγόνων, κατόχων μιας τεχνολογίας εφάμιλλης με αυτή του 20ού αιώνα, στα πέρατα της οικουμένης, επηρεάζοντας γλώσσες, αρχιτεκτονική, ποίηση, θρησκεία.[29] Η Ελλάδα δεν αποτελεί απλά έναν από τους μεγάλους αρχαίους πολιτισμούς. Είναι το πολιτισμικό λίκνο της ίδιας της ανθρωπότητας, με αφετηρία που χάνεται μέσα στις χιλιετίες. Οι χιλιετίες αυτές συρρικνώνονται και οδηγούν σε αυτόν τον λογοτεχνικό (φαντασιακό) χρονότοπο που ο Μπαχτίν ονομάζει «κατώφλι».[30] Εν προκειμένω, αυτό το κατώφλι είναι ο μυθικός κατακλυσμός του Δευκαλίωνα, στον οποίο και χάθηκε ο υποτιθέμενος προηγμένος τεχνολογικά ελληνικός πολιτισμός:
Η Θεογονία γενικά περιγράφει την ιστορία και τον πολιτισμό των ανθρώπων του ελληνικού χώρου προ του μεγάλου κατακλυσμού. [...] Η Θεογονία τους πρώτους αυτούς κατοίκους των βουνών τους αποκαλεί θεούς. Από αυτούς αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία στον ελληνικό χώρο. Αυτοί λοιπόν οι «θεοί» διδάσκουν τώρα στους θνητούς τη γλώσσα [...] και η πορεία προς τον πολιτισμό ξεκινά (έμφαση δική μου). Οι χιλιετίες διαδέχονται η μία την άλλη και οι άνθρωποι [...] περνούν σε μια προ-γεωργική περίοδο, δαμάζουν το άλογο και τα άγρια βόδια [...]. Έπειτα επινοούν το άροτρο. Ο άνθρωπος για πρώτη φορά θέτει στην υπηρεσία του τη δύναμη των ζώων: αυτό το είπανε γεωργική επανάσταση.[31]
Καθώς και:
Αφού ο Δίας πέτυχε τη συνδρομή των επιστημόνων στον πόλεμο αυτόν [...], ανέλαβε με δραστήρια πια μέσα να δώσει τέλος στο ολέθριο μακελειό και να επαναφέρει τον κόσμο στην «κουροτρόφο» ειρήνη. Ας δούμε πώς περιγράφει την τελευταία αυτή μάχη εναντίον των εξουσιαστών Τιτάνων η Θεογονία [ακολουθεί αρχαίο κείμενο]. Διαβάζοντας αυτή την περιγραφή, που μοιάζει να έχει γίνει από κάποιον που έλαβε μέρος σ’ αυτή τη φοβερή μάχη, διερωτήθηκα πόσο πλησιάζει με τα φαινόμενα μιας ατομικής εκρήξεως (έμφαση δική μου).[32]
Η παρουσίαση των αρχαίων θεών ως ανθρώπων-βασιλιάδων, που αργότερα θεοποιήθηκαν, ονομάζεται ευημερισμός και οφείλει το όνομά του στον φιλόσοφο Ευήμερο (3ος π.Χ. αι.)[33] Δεν διασώθηκε, φυσικά, τίποτε από αυτή την «προκατακλυσμιαία τεχνολογία», κανένα υλικό κατάλοιπο, παρά μόνο προφορικά θραύσματα που συνενώθηκαν σε ένα υποτιθέμενο συμπαγές ιστορικό αφήγημα, τη Θεογονία. Απαντάται εδώ αυτό που ο Jan Assmann ονομάζει «αντιπαροντική ανάμνηση», μια αποσπασματική επίκληση του μυθικού και ηρωικού παρελθόντος στο παρόν, μια συμπερίληψη των καταγωγικών μύθων μέσα στον εθνικό ιστορικό χρόνο, για εθνοποιητικούς λόγους. Για τον Assmann, άλλωστε, ο μύθος ερμηνεύεται ως μια «θερμή ανάμνηση», ως ένα καταφύγιο νοσταλγίας του νεωτερικού έθνους στο ένδοξο παρελθόν, με σκοπό να ξεφύγει από ένα ολοένα και πιο αφόρητο παρόν.[34]
Μια φορά κι έναν καιρό ήταν οι... Έλληνες[35]
Εκτός από τον Ηλία Τσατσόμοιρο, στο περιοδικό θα δοθεί άπλετος χώρος και για τις αμφιλεγόμενες και δεχόμενες έντονη κριτική από την επιστημονική κοινότητα απόψεις του ανθρωπολόγου Άρη Πουλιανού, υπεύθυνου για δεκαετίες του Σπηλαίου των Πετραλώνων στη Χαλκιδική.[36] Οι έντονες δημόσιες αντιπαραθέσεις αφορούσαν το κρανίο κάποιου είδους προγόνου του Homo sapiens, που βρέθηκε στο σπήλαιο το 1960 από ερασιτέχνες ερευνητές, και κυρίως για τη χρονολόγησή του. Ο Πουλιανός έκανε, αρχικά, λόγο για χρονολόγηση του κρανίου τουλάχιστον 700 χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα, ενώ χρονολογείται με σύγχρονες μεθόδους στα 200-250 χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα, σύμφωνα με νεότερες μελέτες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.[37] Οι χιλιετίες, για άλλη μια φορά, συνθλίβονται και ο γεωλογικός χρόνος συρρικνώνεται σε ιστορικό, ώστε να αποδειχθεί, αφενός, η αυτοχθονία των Ελλήνων και όχι η ινδοευρωπαϊκή καταγωγή τους, αλλά και να προωθηθεί ο ελληνοκεντρισμός ως απάντηση στις θεωρίες περί αφροκεντρισμού για την καταγωγή του Homo sapiens.[38] Υπεισέρχεται στο εθνικό αφήγημα και μια βιολογική-φυλετική διάσταση και ο Πουλιανός έρχεται, ουσιαστικά, μέσω της ανακάλυψης του κρανίου, να θέσει τις απαρχές του ελληνικού έθνους, αλλά και της ίδιας της ανθρωπότητας, στον ελληνικό χώρο. Εντοπίζονται σε κείμενά του κι άλλες χρονολογήσεις, που βασίζονται σε υποθετικές προφορικές παραδόσεις και εικασίες, για παράδειγμα: «θεωρούμε με βάση ορισμένα στοιχεία των Σαρακατσαναίων, ότι τα ελληνικά ομιλούνται στην ΝΑ Ευρώπη τουλάχιστον από τη Μέση Παλαιολιθική Εποχή, δηλαδή πριν από 50-70.000 χρόνια»,[39] ενώ, σε μια προσπάθεια να «διαλυθεί» η θεωρία περί αφροκεντρισμού και προέλευσης του Homo sapiens από τη μαύρη ήπειρο, υποστηρίζει πως:
Η ανθρωπότητα πρωτοεμφανίζεται στη γη, απ’ όπου και εξαπλώνεται στην υπόλοιπη οικουμένη, στην ΝΑ άκρη της Ευρώπης, στη λεκάνη του Αιγαίου. 2) Στο ίδιο αυτό σημείο [...] δημιουργείται ο αρχαιότερος πολιτισμός του Ανθρώπου (λίθινος και οστέινος), ηλικίας 1.700.000 ετών περίπου. Δηλαδή έχουμε ταυτόχρονα και την αρχαιότερη οργανωμένη κοινωνία ανθρώπων στην Ελλάδα.[40]
Ακολούθησαν στον Δαυλό άρθρα και συνεντεύξεις του ίδιου, αλλά και άλλων συνεργατών, σχετικά με τα ευρήματα στα Πετράλωνα, όπου οι προσπάθειες να αποδειχθεί η αυτοχθονία του έθνους και της γλώσσας του οδήγησαν σε χρονολογήσεις που, σταδιακά, μέχρι το τέλος της κυκλοφορίας του περιοδικού, έσπρωξαν τις απαρχές των Ελλήνων, όπως και του ίδιου του Homo sapiens, ολοένα και παλαιότερα. Έτσι, εκατομμύρια έτη ενσωματώνονται με περισσή ευκολία σε ένα άχρονο, τελικά, εθνικό αφήγημα.[41] Ουδέποτε, βέβαια, έλειψε και η σφοδρή πολεμική ρητορική ενάντια στην «καθεστωτική επιστήμη», που παρουσιάζεται ως ευάλωτη στις συνωμοσίες που εξυφαίνουν τα κέντρα εξουσίας εναντίον των Ελλήνων. Μάλιστα, κορυφώνονται με τη συνδρομή ενός πανεπιστημιακού, του ανθρωπολόγου Αναγνώστη Αγελαράκη, που υιοθετεί τις απόψεις του Πουλιανού και συμβουλεύει τους Έλληνες να αναζητήσουν τις ρίζες τους στον άνθρωπο των Πετραλώνων. Το εθνικό χρονικό συνεχές, έτσι, σπάει ολοκληρωτικά τα δεσμά του από τον ιστορικό χρόνο και η τρισχιλιετής συνέχεια μεταπλάθεται σε μια εθνική αφήγηση διάρκειας τουλάχιστον 700.000 ετών.[42]
Με την ίδια ζέση που προσπάθησε, μέσω του Άρη Πουλιανού, να αποδείξει την αυτοχθονία του ελληνικού έθνους, ο Δαυλός στράφηκε εναντίον και του φοινικικού αλφαβήτου. Για τη σχετική «επιχειρηματολογία» επιστρατεύτηκε ο τότε επικεφαλής του κόμματος της 4ης Αυγούστου και μετέπειτα θεωρούμενος «πατριάρχης» της ελληνικής ακροδεξιάς και του εγχώριου εθνικοσοσιαλισμού, Κωνσταντίνος Πλεύρης, ο οποίος και συστήνεται άλλοτε ως δικηγόρος και άλλοτε ως «Επίτιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου της Γκουανταλαχάρα», υπογράφοντας τουλάχιστον 15 κείμενα που εντοπίστηκαν στο περιοδικό. Τα περισσότερα εξ αυτών επικεντρώνονται σε γλωσσικές διαμάχες με τους γλωσσολόγους του «κατεστημένου», τους αποκαλούμενους από το περιοδικό «φοινικιστές» (π.χ. Γ. Μπαμπινιώτης, Αντ. Σιγάλας). Η καθαρότητα της γλώσσας, για τον Πλεύρη, έρχεται να συμπληρώσει τη φυλετική καθαρότητα, εγγράφοντας τους Φοίνικες, ένα σημιτικό φύλο, και το αλφάβητό τους (το οποίο αποκαλεί σημιτοφοινικικό, ώστε να υπονοηθεί και το «εβραϊκό» στοιχείο), σε μια κατηγορία λαών πολιτισμικά και φυλετικά κατώτερων, που δεν θα μπορούσαν να παράξουν υψηλό πολιτισμό, παρά μόνο να δέχονται, να αφομοιώνουν και να διαμορφώνουν πολιτισμικά στοιχεία από αλλότριες επιρροές. Κατηγορεί, επίσης, όσους ενστερνίζονται τις φοινικικές επιδράσεις στο ελληνικό αλφάβητο, ως «φανατικούς σημιτόπληκτους», υποστηρίζοντας πως μια πολιτισμική επιρροή δύναται να προέρχεται αποκλειστικά από λευκούς αποικιοκράτες και όχι το ανάποδο:
Υπάρχουν πολλά κείμενα και πολλά αρχαιολογικά ευρήματα, που βεβαιώνουν την ύπαρξι γραφής, γραμμάτων κ.τ.λ. στην Ελλάδα χιλιάδες χρόνια πριν εμφανισθούν στην ιστορία οι Σημίται. Τα βέβαια αυτά στοιχεία, γιατί ωρισμένοι καθηγητές τα αγνοούν; Στον ποιον εξυπηρετεί και σε ποίους συμφέρει αυτή η άγνοια, είναι σαν να θέλετε απάντησι στο τι κάνει νιάου νιάου στα κεραμίδια. [...] Όπως σήμερα, όταν περιγράφωμεν την πολιτιστική και τεχνολογική πρόοδο της Αυστραλίας, δεν την αποδίδομεν στους ιθαγενείς ανθρωποφάγους, αλλά στους λευκούς αποίκους. Έτσι γίνεται και με ό,τι πολιτιστικό ενεφανίσθη στη Φοινίκη: εκείνο υπήρξε έργο των Ελλήνων αποίκων και όχι των ιθαγενών Σημιτών, οι οποίοι εφημίζοντο για την κακοήθεια και τη βαρβαρότητά τους.[43]
Ελλάδα, μια αυτοκρατορία στην οποία ο ήλιος δεν δύει ποτέ
Συνοψίζοντας τις ιστορικές και πολιτικές θέσεις του Δαυλού, διακρίνεται και ένα ακόμα μοτίβο που διατρέχει τη διεθνή επιστημονικοφανή ιστορία και συνωμοσιολογία. Η άποψη ότι τα υλικά και ενίοτε άυλα κατάλοιπα αρχαίων πολιτισμών, σε χώρες που κατοικούνται από μη λευκούς πληθυσμούς, δεν θα μπορούσαν να ανήκουν στους τωρινούς τους κατοίκους, αλλά προήλθαν είτε από λευκούς τεχνολογικά προηγμένους δυτικούς πολιτισμούς που εξαφανίστηκαν (μετά από τον Κατακλυσμό κ.ά.), είτε ακόμα και από εξωγήινους επισκέπτες, που οι προκατακλυσμιαίοι μη λευκοί πληθυσμοί λάτρευαν ως θεούς. Αυτές οι μυστικιστικές, οριενταλιστικές και διαφοριστικά ρατσιστικές θέσεις είχαν ήδη αναπτυχθεί στα ευπώλητα βιβλία του Έριχ φον Ντένικεν και τις θεωρίες του περί αρχαίων αστροναυτών, από τη δεκαετία του 1960. Εγγράφονται, με τη σειρά τους, σε ένα σύνολο ρευμάτων εσωτερισμού, αποκρυφισμού και διαφόρων νεοθρησκειών (θεοσοφίας, αριοσοφίας, αλλά και παραδοξολογιών περί της Κούφιας Γης και περί της Ατλαντίδας ως καταγωγής των λευκών δυτικών κ.ά.), με αφετηρία τον 19ο αιώνα.
Ο αρχαιολόγος Δημήτρης Πλάντζος, στην Αρχαιοπολιτική του, παρουσιάζει μια γενεαλογία της εργαλειοποίησης της αρχαιολογίας, όπου ήδη από τον 19ο αιώνα και τον Γερμανό αρχαιολόγο Gustaf Kossina (1858-1931) στοιχειοθετείται μια θεωρία που θέλει την τυπολογία των τέχνεργων που άφησαν πίσω τους οι αρχαίοι λαοί να αποτελεί και τεκμήριο μιας εθνοτικής συγκρότησης, μέσω της οποίας μπορούν να εντοπιστούν οι μετακινήσεις και οι επιρροές ενός πολιτισμού σε κάποιον άλλο.[44] Πάνω στις ιδέες αυτές στήθηκε και το αφήγημα περί της άριας μητέρας-φυλής και του συσχετισμού της με την ινδοευρωπαϊκή οικογένεια γλωσσών, που κι αυτές κατάγονται από μια αντίστοιχη μητέρα-γλώσσα.[45] Καταλήγοντας στο σήμερα, εξετάζει το πώς μια παρωχημένη θεωρία περί ανώτερων γενετικά και πολιτισμικά φύλων, που εισέβαλαν, καθυπέταξαν και, στην ουσία, «αντικατέστησαν» τους κατοίκους της προϊστορικής Ευρώπης, επανέρχεται δυναμικά μέσω της μελέτης του «προγονικού DNA» και την οικειοποιείται η σύγχρονη ακροδεξιά.[46] Η τελευταία βασίζει πάνω σε αυτή, μάλιστα, και τις αφηγήσεις της περί των κινδύνων μιας νέας εισβολής, που στη σύγχρονη συνωμοσιολογία αποκαλείται «θεωρία της μεγάλης αντικατάστασης». Επιπλέον, η μυστικιστική γοητεία των υλικών καταλοίπων επανήλθε στο προσκήνιο με τις πρόσφατες τότε, την εποχή που πρωτοκυκλοφόρησε ο Δαυλός, αρχαιολογικές ανακαλύψεις του Μανώλη Ανδρόνικου στη Βεργίνα. Ο Γιάννης Χαμηλάκης σχολιάζει κριτικά την τοποθέτηση του Ανδρόνικου στο επίκεντρο δημόσιων συζητήσεων περί καταγωγής των Ελλήνων και τις απόψεις του περί πολιτισμικής ομογενοποίησης της Μεσογείου κάτω από μια αμιγώς ελληνική επιρροή. Η «αισθητηριακή αρχαιολογία» του, όπως την χαρακτηρίζει ο Χαμηλάκης, εμπλέκεται με τη μεταφυσική και στα απομνημονεύματά του προχωρά σε μια ερμηνεία των ονείρων του, τα οποία και θεωρεί ότι συμπορεύονται με τις εθνικές προσδοκίες για σημαντικές αρχαιολογικές ανακαλύψεις, για «ιερά λείψανα» των προγόνων, και με το πώς το εθνικό φαντασιακό προσέγγιζε το παρελθόν του.[47] Ο Χαμηλάκης αναφέρεται επίσης στην εργαλειοποίηση των επιστημών της ιστορίας, της αρχαιολογίας και της λαογραφίας για εθνοποιητικούς σκοπούς, μέσα από έναν ελληνοκεντρισμό που φαίνεται πια να αποκτά και επιστημονικό έρεισμα.[48]
Πώς αναπτύσσεται η επιχειρηματολογία για την υποτιθέμενη ελληνική αποικιοκρατία στον Δαυλό; Ο μοναδικός τρόπος για να συνδέσουν την αυτοχθονία με την υπερδιάχυση (hyperdiffusion) του ελληνικού πολιτισμού σε κάθε πιθανή γωνιά της γης, ήταν να επινοήσουν ένα προκατακλυσμιαίο χρονότοπο, στον οποίο οι ανεπτυγμένοι τεχνολογικά λευκοί προέλληνες υποτίθεται πως ταξίδεψαν και επηρέασαν κάθε λαό που συνάντησαν. Διαβάζουμε χαρακτηριστικά σε άρθρα του περιοδικού για «μεγάλης σημασίας μαρτυρίες για την προέλευση του αιγυπτιακού πολιτισμού από τον ελληνικό» (τχ. 51), «συντριπτικά στοιχεία αποδεικνύουν την πανάρχαια ελληνική παρουσία στις χώρες και νήσους του Ειρηνικού» (τχ. 85), «αυτόχθονες ελληνικοί πληθυσμοί οι λαοί της χερσονήσου του Αίμου» (τχ. 127), «Οι Μυκηναίοι είχαν φτάσει στην Αγγλία» (τχ. 91), «Ελληνικά τοπωνύμια σε όλη τη Γη» (τχ. 159), «οι κάτοικοι του Ειρηνικού μιλούν ελληνικά» (τχ. 169), «πανάρχαια ελληνική κυριαρχία στον Ινδικό» (τχ. 173), «πανάρχαιες ελληνικές επιδράσεις σε προκολομβιανό Μεξικό και ΗΠΑ» (τχ. 172), «100 εκατομμύρια ελληνογενείς σ’ όλη τη γη» (τχ. 206), «λευκοί άνθρωποι στις ΗΠΑ πριν 9.000 χρόνια» (τχ. 236-237) και «η στην Ιαπωνία εξάπλωση πανάρχαιων Ελλήνων» (τχ. 242).[49] Η επανάληψη της χρήσης της λέξης «πανάρχαια» επιβεβαιώνει την παρατήρηση περί της επαναδιαπραγμάτευσης της έννοιας του χρόνου, με αναγωγές σε ένα ολοένα και πιο σκοτεινό παρελθόν, στο οποίο η παντελής έλλειψη υλικών καταλοίπων επιτρέπει κάθε μεθοδολογική λαθροχειρία.
Από τη Μεταπολίτευση στη Μεταφυσική
Η σταδιακή διολίσθηση προς τη new age ουφολογία και άλλα παρόμοια αφηγήματα, που έφεραν στο προσκήνιο τα περιοδικά «αναζήτησης», αλλά και mainstream ΜΜΕ, απαντάται, μεταξύ άλλων, και στον μυστικιστικό εθνικισμό των παραδοξολογιών περί της Ομάδας Ε κατά τη δεκαετία του 1990,[50] όμως έχει τις ρίζες της στα πρώτα χρόνια της Μεταπολίτευσης. Ένα περιοδικό αρχαιολατρίας αρχικά, ο Δαυλός, βρέθηκε στην πορεία να αγκαλιάζει τις επιστημονικοφανείς ιστορικές αφηγήσεις και την παραδοξολογία, ώστε να αποδείξει ένα «χαμένο ελληνικό μεγαλείο». Οι «εναλλακτικές» αυτές θεωρίες οδήγησαν σε έναν εκδοτικό οργασμό παρόμοιων εντύπων κατά τη δεκαετία του 1990 και εντάχθηκαν ερμηνευτικά κάτω από τον όρο-ομπρέλα της «συνωμοσιολογίας», ευρισκόμενες, πολύ συχνά, σε σύμπλευση με εθνικιστικά, ακόμα και εθνοσοσιαλιστικά, συνωμοσιολογικά αφηγήματα.[51] Η επαναδιαπραγμάτευση του επίσημου ιστορικού σχήματος, αλλά και της αντίληψης των ελληνοκεντριστών αρχαιολατρών περί χρόνου και χώρου, οδήγησε σε μια ανάγκη για οικειοποίηση από τον ελληνικό μυστικιστικό εθνικισμό όχι μόνο εδαφών, αλλά και του υπεδάφους και του διαστήματος (π.χ. Κούφια –ελληνική– Γη, Θούλη, Έλληνες αρχαίοι αστροναύτες κ.ά.) Οι νέοι αυτοί χρονότοποι του ελληνοκεντρικού φαντασιακού θα εξελληνιστούν μέσω βιβλίων, άρθρων και δικτύων ανθρώπων που δανείζονται θεωρίες και αφηγήματα από τον φυλετισμό του 19ου αιώνα, την ευγονική, τη θεοσοφία και άλλες νεοθρησκείες, τον αποκρυφισμό, τον ναζισμό, αλλά και τη σύγχρονη alt right συνωμοσιολογία (ερπετόμορφοι, Pizza Gate, θεωρίες για 9/11, George Soros κ.ά.) Οι περιορισμοί ενός άρθρου, όπως αυτό, δεν επιτρέπουν βαθύτερη ανάλυση, ωστόσο οι συνάψεις που προκύπτουν εμπεριέχουν εξαιρετικό ερευνητικό ενδιαφέρον. Ο Ουμπέρτο Έκο, σε ένα σύντομο κείμενό του, παραπέμπει σε μια σχετική στατιστική έρευνα, η οποία και αναφέρει πως η ενασχόληση με τις θεωρίες συνωμοσίας, και την επιστημονικοφανή ιστορία κατ’ επέκταση, καλλιεργεί στο υποκείμενο μια αίσθηση ανημποριάς και, εντέλει, παραίτησης απέναντι στους πολύπλοκους μηχανισμούς που διέπουν τον ύστερο καπιταλιστικό κόσμο, με αποτέλεσμα σταδιακά να αποσύρεται από την κριτική ενασχόληση με την πολιτική ζωή.[52] Τελικά αγκαλιάζει ευκολότερα μια μυστικιστική κοσμοθεωρία, παρά μια πιο «δύσπεπτη» επιστημονικά τεκμηριωμένη. Δεν αναφέρει, ωστόσο, ποιος βγαίνει κερδισμένος από αυτό, αφήνοντας στον αναγνώστη να το αποφασίσει.
- Προηγήθηκαν 24 τεύχη, από τον Ιανουάριο του 1979 έως τον Δεκέμβριο του 1980. Ωστόσο, ως τεύχος 1 παρουσιάζεται και επισήμως αυτό του Ιανουαρίου 1982. Στο Δαυλός, 1(25) (Ιανουάριος 1982), 1. ↑
- Για μια αναλυτική επισκόπηση της εκδοτικής παραγωγής του ελληνοκεντρικού χώρου, βλ. Άννα Καρακατσούλη, Το ξίφος του πνεύματος. Βιβλίο, πολιτισμική ηγεμονία και Άκρα Δεξιά στην Ελλάδα, μετά το 1974, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2024. Για την περίπτωση του Δαυλού, βλ. συγκεκριμένα σσ. 257-259. ↑
- Δαυλός, 1, ό.π., 1-4. ↑
- Δημήτρης Ι. Λάμπρου, «3 εις την τρίτη», Δαυλός, 319 (Δεκέμβριος 2008), 22670. ↑
- Στο ίδιο, 22669. Ο υπότιτλος του περιοδικού σε αυτή την τελευταία φάση του είναι «Μηνιαίο περιοδικό πρωτοποριακής έρευνας». ↑
- Καρακατσούλη, ό.π., σ. 259. ↑
- Αντώνης Λιάκος, Ο ελληνικός 20ος αιώνας, Εκδόσεις Πόλις, Αθήνα 2019, σσ. 660-661. ↑
- Δημήτρης Τζιόβας, Η Ελλάδα από τη χούντα στην κρίση. Η κουλτούρα της Μεταπολίτευσης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 2022, σσ. 33-36. ↑
- Λιάκος, ό.π., σ. 653. ↑
- «Και πόσο περήφανοι, αλήθεια, θα έπρεπε να είμαστε εμείς οι νεοέλληνες, γιατί μιλάμε με εκείνους (ενν. τους αρχαίους Έλληνες) την ίδια γλώσσα και ακούμε την ίδια μουσική, όπως έφτασε στις μέρες μας με ενδιάμεσο το Βυζάντιο και τους εκκλησιαστικούς του ύμνους, το δημοτικό τραγούδι και στη συνέχεια το ρεμπέτικο και την λαϊκή μας μουσική»: Μάρκος Τσέτσος, Εθνικισμός και λαϊκισμός στη νεοελληνική μουσική, Ίδρυμα Σάκη Καράγιωργα, Αθήνα 2011, σσ. 179-180, σημ. 550. ↑
- Βλ. σχετικά: William Morris Crooke, Vicious circles: Mysticism and the narration of nationalism, University of California, Μπέρκλεϊ 2003· Claudia Canuto de Menezes, «Apologists of mystical nationalism: Hermeticism and the Hermetic Jesus in W.B. Yeats' Cuchulain Plays and Fernando Pessoa's Mensagem», διδακτορική διατριβή, Vanderbilt University, Αν Άρμπορ, Μίσιγκαν 1989· Yoni Garb, «Rabbi Kook and His Sources: From Kabbalistic Historiosophy to National Mysticism», σε Moshe Sharon (επιμ.), Studies in Modern Religions, Religious Movements and the Bābī-Bahā'ī Faiths, Brill, Λέιντεν-Βοστώνη 2004, σσ. 77-96, αλλά και το σχετικό λήμμα της Wikipedia, στην ιστοσελίδα https://en.wikipedia.org/wiki/National_mysticism [ανακτήθηκε 22.6.2024]. ↑
- Ουμπέρτο Έκο, «Ur-Fascism», New York Review of Books, 42/11 (22 Ιουνίου 1995), στην ιστοσελίδα https://www.nybooks.com/articles/1995/06/22/ur-fascism/ [ανακτήθηκε 13.1.2025]. Για την ελληνική απόδοση του κειμένου, βλ. Umberto Eco: Αιώνιος Φασισμός (Ur-Fascism), σε μετάφραση Δημήτρη Πλαστήρα στην ιστοσελίδα https://geniusloci2017.wordpress.com/2017/11/09/ur_fascism/ [ανακτήθηκε 13.1.2025]. ↑
- Στο ίδιο. ↑
- Βασίλειος Μαυρομμάτης, «Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος: Η σχιζοφρένεια της ιδεολογίας, ως σχιζοφρένεια της Ιστορίας», Δαυλός, τ. 278 (Μάρτιος 2005), 18449. ↑
- Λευτέρης Δίκαιος, «Η δολοφονία της ελληνικότητας στο δογματικό Βυζάντιο», Δαυλός, 5 (Μάιος 1982), 197. ↑
- Δεν βρέθηκε κανένα στοιχείο για την ταυτότητα του, κατά τ’ άλλα πολυγραφότατου στο περιοδικό, Λευτέρη Δίκαιου. Πιθανότατα συμβολικό ψευδώνυμο για τις έννοιες της ελευθερίας και της δικαιοσύνης, με τα ίδια αρχικά με το ονοματεπώνυμο του Δημήτρη Λάμπρου. ↑
- Δίκαιος, «Η δολοφονία της ελληνικότητας...», ό.π., 203. ↑
- Λευτέρης Δίκαιος, «Η ισότητα, η μάζα και η παρακμή», Δαυλός, 11 (Νοέμβριος 1982), 475. ↑
- Ευάγγελος Ρόζος, «Η Άλωση αφετηρία αναγεννήσεως του Ελληνισμού», Δαυλός, 5, (Μάιος 1982), 237. ↑
- Νικόλας Σεβαστάκης, Κοινότοπη χώρα. Όψεις του δημόσιου χώρου και αντινομίες αξιών στην σημερινή Ελλάδα, Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα 2004, σσ. 123-124. ↑
- Τζιόβας, Η Ελλάδα από τη χούντα στην κρίση, ό.π., σ. 94. ↑
- Ηλίας Γκουράρος, «Το ρεύμα της ορθοδοξίας την περίοδο της Μεταπολίτευσης», διπλωματική μεταπτυχιακή εργασία, Σχολή Ανθρωπιστικών Επιστημών, Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 2023, σσ. 76-78. ↑
- Στο ίδιο, σ. 92: «[Ο Ζουράρις] δοξολογεί την Αριστερά και την Ορθοδοξία και προτρέπει τον ορθόδοξο χριστιανό να αγαπήσει απελπισμένα τον κομμουνιστή, να τον βιάσει με μανικό έρωτα και να ξεριζώσει από μέσα του την πτώση που τον δεσμεύει με την ύλη, κραυγάζοντας “...ξέσκισέ μου τον καπιταλισμό και την εκμετάλλευση που με ξευτιλίζει...”, ενώ παράλληλα καλεί τον κομμουνιστή να σκεφθεί ότι ποτέ δεν τον καταδίωκαν οι ορθόδοξοι χριστιανοί, αλλά “...το κράτος, το αποκρυστάλλωμα του εγελιανού λόγου, πάντα ταξικό, ακόμη και όταν είναι διαταξικό, ποτέ χριστιανικό...”». ↑
- Σχετικά με τον αντιαμερικανισμό και αντιδυτικισμό της εποχής, βλ. Ζηνοβία Λιαλιούτη, Ο αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα (1947-1989), Εκδόσεις Ασίνη, Αθήνα 2016. ↑
- Jason Colavito, Faking History. Essays on Aliens, Atlantis, Monsters, and More, JasonColavito.com Books, Όλμπανι, Ν. Υόρκη 2013, σσ. 69-70. ↑
- Ο Ηλίας Τσατσόμοιρος (θ.1991) υπήρξε, εκτός από αρθρογράφος του Δαυλού, και συγγραφέας δύο τουλάχιστον επιστημονικοφανών ιστορικών βιβλίων: Αιγαίο Βουνό. Το Αιγαίο πριν τον μεγάλο Κατακλυσμό, Εκδόσεις Πύρινος Κόσμος, Αθήνα 1981 και Ιστορία Γενέσεως της Ελληνικής Γλώσσας, Εκδόσεις Δαυλός, Αθήνα 2004. ↑
- Δημήτρης Ι. Λάμπρου, εισαγωγικό σημείωμα στο Ηλίας Λ. Τσατσόμοιρος, «Θεογονία. Η αρχαιότερη “ιστορία” της ανθρωπότητας;», Δαυλός, 25, τόμ. Γ' (Ιανουάριος 1984), 1139. ↑
- Michael Herzfeld, «The Absence Presence: Discourses of Crypto-Colonialism», The South Atlantic Quarterly 101/4 (φθινόπωρο 2002), 899-926. ↑
- Βλ. για παράδειγμα, Δημοσθένης Λιακόπουλος, Γη, ο πλανήτης των Ελλήνων, τόμ. 1, Αμερική, Εκδόσεις Λιακόπουλος, Θεσσαλονίκη 2006. ↑
- Mikhail Bakhtin, The Dialogic Imagination. Four Essays, University of Texas Press, Όστιν 1981, σ. 248. ↑
- Λάμπρου, εισαγωγικό σημείωμα, στο Τσατσόμοιρος, «Θεογονία», ό.π., 1145. ↑
- Ηλίας Τσατσόμοιρος, «Η ενηλικίωση του Δία – Τιτανομαχία», Δαυλός, 47, τόμ. Δ' (Νοέμβριος 1985), 2440-2441. ↑
- Βλ. σχετικό λήμμα στη Wikipedia, στην ιστοσελίδα https://el.wikipedia.org/wiki/Ευημερισμός [ανακτήθηκε 9.2.2024]. ↑
- Jan Assmann, Η πολιτισμική μνήμη. Γραφή, ανάμνηση και πολιτική ταυτότητα στους πρώιμους ανώτερους πολιτισμούς, μτφρ. Δ. Παναγιωτόπουλος, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2017, σσ. 94-99· βλ. επίσης Θεόδωρος Γ. Γιαννόπουλος, Πόθεν και πότε οι Έλληνες;, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 2014, σ. 8. ↑
- Παράφραση του τίτλου της γνωστής, μεταφρασμένης στα ελληνικά, εξάτομης σειράς παιδικών βιβλίων Μια φορά κι έναν καιρό ήταν…ο άνθρωπος, Harmi Press, Αθήνα 1981, στην οποία παρουσιαζόταν εικονογραφημένη μια ιστορία του πλανήτη, και ειδικότερα των ανθρώπων του Νεάντερνταλ, του Κρο Μανιόν και φυσικά του Χόμο Σάπιενς, μέχρι και τη σύγχρονη εποχή. ↑
- Ο Άρης Πουλιανός (1924-2021) υπήρξε, μεταξύ άλλων, ιδρυτής και πρόεδρος της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος. Όπως γράφει στο βιογραφικό του σημείωμα στον επίσημο ιστότοπο της ΑΕΕ, «από το 1983 κι εδώ δέχεται λυσσαλέες επιθέσεις από οργανωμένα αντιεπιστημονικά και ανθελληνικά κυκλώματα, που δρουν κυρίως μέσω κρατικών φορέων»· βλ. «Δ-ρ. Άρης Ν. Πουλιανός. Σύντομη βιογραφία», Ανθρωπολογική Εταιρεία Ελλάδος, στην ιστοσελίδα https://www.aee.gr/hellenic/2apoulianos_biogr/apoul_biogr.html [ανακτήθηκε 13.2.2025]. Ακόμα και σήμερα, υπάρχει έντονη υπερασπιστική γραμμή των θεωριών του Πουλιανού περί της αυτοχθονίας του ελληνικού έθνους σε πολλούς ελληνοκεντρικούς και εθνικιστικούς ιστοτόπους, με έντονο συνωμοσιολογικό χαρακτήρα, π.χ. στο κανάλι «εναλλακτικής» έρευνας Terra Mystica: «Άρης Πουλιανός: Όσα κάποιοι δεν θέλουν να ξέρουμε για τον Αρχάνθρωπο των Πετραλώνων!!!», Youtube, 24.3.2022, στην ιστοσελίδα https://www.youtube.com/watch?v=xpSxml8O7Pw [ανακτήθηκε 13.2.2025] ή στον ιστότοπο του ακραία συντηρητικού ΚΥΜΑ Ελληνισμού (Κίνημα Υπέρ Μνήμης Αξιών Ελληνισμού) του Τάσου Συμιγδαλά, όπου παρουσιάζονται ως ιδεολογικοί καθοδηγητές ο Κωνσταντίνος Πλεύρης και ο Χρήστος Κοσσιώρης: «Ο Αρχάνθρωπος των Πετραλώνων “ενόχλησε”, διότι τοποθετεί τεκμηριωμένα τον άνθρωπο έξω από την Αφρική;», ΚΥΜΑ Ελληνισμού, 19 Σεπτεμβρίου 2021, στην ιστοσελίδα https://kymaellhnismou.gr/o-archanthropos-ton-petralonon-quot-enochlise-quot-dioti/ [ανακτήθηκε 13.2.2025]. ↑
- Για τις έρευνες του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου σχετικά με το σπήλαιο των Πετραλώνων, βλ. Γεώργιος Κουφός – Ευαγγελία Τσουκαλά, Πετράλωνα. Ένα σπήλαιο, μια προ...ιστορία, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, 2007. ↑
- Sevasti Trubeta, Physical Anthropology, Race and Eugenics in Greece (1880s-1970s), Brill, Λέιντεν-Βοστώνη 2013, σσ. 196-203. ↑
- Άρης Πουλιανός, Η προέλευση των Ελλήνων. Εθνογενετική έρευνα. Η μαθηματική απόδειξη για την καταγωγή των Ελλήνων, Βιβλιοθήκη της Ανθρωπολογικής Εταιρείας Ελλάδος, Αθήνα 2001, σ. 34 ↑
- Στο ίδιο, σ. 18. ↑
- Για παράδειγμα: «Επί τρία εκατομμύρια χρόνια κατοικούν άνθρωποι στην Ελλάδα. 50.000 ετών η Ελληνική Γλώσσα», συνέντευξη Άρη Πουλιανού, Δαυλός, 158 (Φεβρουάριος 1995), 9341· «Προ 3 εκατομμυρίων ετών ζούσε ο έμφρων άνθρωπος στην Ελλάδα», συνέντευξη Άρη Πουλιανού, Δαυλός, 170 (Φεβρουάριος 1996), 10225· «Η πρώτη εμφάνιση ανθρώπου έγινε στη Μακεδονία πριν 11 εκατομμύρια χρόνια», συνέντευξη Άρη Πουλιανού, Δαυλός, 181 (Ιανουάριος 1997), 11033· «8 απολιθωμένοι άνθρωποι 12 εκατομμυρίων ετών βρέθηκαν στη Χαλκιδική», συνέντευξη Άρη Πουλιανού, Δαυλός, 267 (Μάρτιος 2004), 17489. Ως προς την πρόταση του Πουλιανού για ιδιωτικοποίηση της έρευνας, ώστε να αποδεσμευτεί η επιστήμη από την εξουσία, βλ. «Η ιδιωτική πρωτοβουλία πρέπει να ερευνήση την Ελληνική Προϊστορία. Μισαλλοδοξία, φθόνος και κακία δεν αφήνουν την Ελλάδα να προκόψη», συνέντευξη Άρη Πουλιανού, Δαυλός, 31 (Ιούλιος 1984), 1507. ↑
- «Οι Έλληνες υπήρχαν στην Ελλάδα τουλάχιστον εδώ και 700.000 χρόνια», συνέντευξη του καθηγητή ανθρωπολογίας στις ΗΠΑ δρα Αναγνώστη Αγελαράκη, Δαυλός, 209 (Μάιος 1999), 13166. ↑
- Κωνσταντίνος Πλεύρης, «Η αλήθεια για την καταγωγή του ελληνικού αλφαβήτου και οι διαστρεβλωτές της», Δαυλός, 58 (Οκτώβριος 1986), 3139-3148. ↑
- Δημήτρης Πλάντζος, Αρχαιοπολιτική, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2023. ↑
- Στο ίδιο, σ. 52. ↑
- Στο ίδιο, σσ. 55-56. ↑
- Γιάννης Χαμηλάκης, Το έθνος και τα ερείπιά του. Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012, σσ. 167-168. ↑
- Στο ίδιο, σσ. 162-164. ↑
- Στο τεύχος 242 υπάρχει και ακόμα ένα άρθρο σχετικά με την «πανάρχαια» ελληνική αποικιοκρατία: Κωνσταντίνος Β. Κουτρουβέλης, «Οι Ιδαίοι-Κρήτες-Παγχαιοί είναι οι πρώτοι εκπολιτιστές της Μεσοποταμίας», Δαυλός, 242 (Φεβρουάριος 2002), 15607. ↑
- Theodoros Rakopoulos, «Of Fascists and Dreamers. Conspiracy Theory and Anthropology», Social Anthropology/Anthropologie Sociale, 30.1 (2022), 45-62 και Tao T. Makeeff, «Was Aristotle an Anti-Semitic Alien? Conspiracy Theory, Ufology, and the Colonisation of the Past in Contemporary Greece», A. Dyrendal, D. G. Robertson, E. Asprem (επιμ.), Handbook of Conspiracy Theory and Contemporary Religion, Brill, Λέιντεν 2018, σσ. 361-388. ↑
- Για παράδειγμα, Τρίτο Μάτι (έτος πρώτης κυκλοφορίας 1991), Απολλώνειο Φως (1997), Άβατον (1999), Ιχώρ (2000) κ.ά. ↑
- Ουμπέρτο Έκο, Χρονικά μιας ρευστής κοινωνίας. Pape Satàn Aleppe, μτφρ. Έ. Καλλιφατίδη, Εκδόσεις Ψυχογιός, Αθήνα 2016, σ. 151. ↑
